Πέμπτη 12 Νοεμβρίου 2020

Φυγή στο χρόνο: Το ελβετικό ρολόι του Νυμφαίου και η άγνωστη ιστορία του Σαμουήλ Μπουρλά

 Φυγή στο χρόνο:

Το ελβετικό ρολόι του Νυμφαίου και η άγνωστη ιστορία του Σαμουήλ Μπουρλά


Escapement and Escapes:
The Swiss clock of Nymfaion and the untold story of Samuel Bourla

 

του Αντώνη Γώδη (andonis@godis.gr)

 

Στο ορεινό βλαχοχώρι Νυμφαίο της Μακεδονίας, σε υψόμετρο 1.350 μέτρων, υπάρχει μεγάλο δημόσιο ρολόι, με εξωτερικές όψεις που έχουν διάμετρο ενός μέτρου στις τέσσερις πλευρές του πύργου της επιβλητικής Νικείου Σχολής και φέρουν το όνομα ΩΜΕΓΑ και ΜΠΟΥΡΛΑ.

                                                           

 

 

 

 

 

 

Φωτογραφίες: Τέρρυ Πάντσιου

Η Νίκειος Σχολή ήταν δωρεά του καπνέμπορου Ιωάννη Νίκου, απόδημου Βλάχου Νυμφαιώτη στη Σουηδία, μεγάλου εθνικού ευεργέτη, προσωπικού φίλου του πρωθυπουργού της Ελλάδας Ελευθέριου Βενιζέλου, του Γάλλου πρωθυπουργού Georges Clemenceau και του Βρετανού πρωθυπουργού David Lloyd George.

Ιωάννης (Ζαν) Νίκου [1]

                                

Δημοσίευση είδησης δωρεάς Ι. Νίκου, στην εφημερίδα Μακεδονία της Θεσσαλονίκης, 24 Νοεμβρίου 1926

Η σχολή θεμελιώθηκε στις 10 Μαίου 1927, παρουσία του Ιωάννη Νίκου και εγκαινιάστηκε στις 10 Δεκεμβρίου 1928, όπως εξάλλου μαρτυρά η επιστολή του ίδιου προς το Κοινοτικό Συμβούλιο Νυμφαίου "Νεβέσκης" με την οποία το δωρίζει στην Κοινότητα Νυμφαίου.

"...Επιθυμία μου είναι, όπως εις το δωρούμενον οικοδόμημα στεγασθούν τα δημοτικά σχολεία, το Ελληνικόν σχολείον, και το Ημιγυμνάσιον, τον έλεγχον δε εμπιστεύομαι εις το Κράτος ον άλλωστε και εκ του Νόμου έχει. Με την ελπίδα δε ότι υπό την εκπαιδευτικήν αυτήν στέγην καλώς λειτουργούσαν χάρις εις τας φροντίδας και το ενδιαφέρον υμών και των διαδόχων σας, θα καλλιεργηθούν και θα αναπτυχθούν όσον το δυνατόν πληρέστερον η ηθική και πατριωτική μόρφωσις και οι φιλόπονοι και δραστήριοι χαρακτήρες των μελλουσών γενεών της μικράς μας Κοινότητος, οι οποίοι θα την προικίσουν και με άλλα είδους κοινωφελή ιδρύματα, σας παρακαλώ να δεχθήτε την βεβαίωσιν της εξαιρετικής τιμής μεθ' ης διατελώ."

Από απόσπασμα της έκθεσης του επιθεωρητή εκπαίδευσης του νομού Φλώρινας του έτους 1931 και την επίσκεψή του στο Νυμφαίο την 25η, 26η και 27η Νοεμβρίου του ίδιου έτους διαβάζουμε για την Νίκειο Σχολή:

"Διώροφον νεόκτιστον, λιθόκτιστον, τύπου οκταταξίου. Περικαλλέστατον και επιβλητικώτατον, πληρούν άπαντας τους όρους της υγιεινής. Ανηγέρθη δαπάναις του φιλομούσου τέκνου της κωμοπόλεως ταύτης αειμνήστου Ιωάννου Νίκου ού το όνομα έλαβε ονομασθέν "Νίκειος Σχολή". Απεπερατώθη το φθινόπωρον του 1928 και εστοίχισε πλέον των δύο εκατομμυρίων δραχμών. Κατάστασις αυτού λίαν ικανοποιητική....

Εποπτ. μέσα: 1 υδρόγειος σφαίρα, 16 γεωγραφ. χάρται, 24 εικόνες φυσ. Ιστορίας, 2 αριθμητήρια, 49 εικόνες Ι. Ιστορίας, 53 εικόνες σκηνών Εθν. Επαναστάσεως 1821, 18 γεωμετρικά σχήματα, 1 κινητή αλφάβητος, και 32 όργανα φυσικής Πειραματικής και τινά εργαλεία χειροτεχνίας. 70 διάφορα βιβλία".

Τα αρχιτεκτονικά σχέδια της Νικείου Σχολής, ή Οκταταξίου Διδακτηρίου Νεβέσκης, όπως ήταν η επίσημη ονομασία του, έγιναν το 1926 από τον γνωστό Έλληνα αρχιτέκτονα Γεώργιο Πάντζαρη (1901-1971), ο οποίος εργάστηκε για το Αρχιτεκτονικό Τμήμα του Υπουργείου της Παιδείας και σχεδίασε δεκάδες διδακτήρια σε ολόκληρη τη χώρα.

 

 

 

Αρχιτεκτονικά σχέδια Νικείου Σχολής, Δεκέμβριος 1926, Αρχιτεκτονικό Τμήμα του Υπουργείου της Παιδείας, Γενικά Αρχεία του Κράτους (Κοζάνη)

Το κτίριο κατασκευάστηκε από υπερσύγχρονα για την εποχή υλικά, με τσιμέντο, ευρωπαϊκή ξυλεία (έλατο) και γαλβανισμένη λαμαρίνα τύπου Apollo της αμερικανικής εταιρίας American Sheet and Tin Plate Company για τη στέγη, ενώ για τη μεταφορά της πέτρας από κοντινά σημεία εξόρυξης, στο προσήλιο του Νυμφαίου, χρησιμοποιήθηκαν καμήλες που είχαν φέρει από τις χαμένες πατρίδες τους κάτοικοι των γειτονικών προσφυγικών χωριών Φιλώτας (πρώην Τσαλτζιλάρ) και Λεβαία (Λακκιά).

Καρτ ποστάλ εποχής, καραβάνι με καμήλες στη Μακεδονία (Wikipedia Commons)

Την οικονομική επιστασία του έργου είχε ο σταυραδελφός του Ιωάννη Νίκου, Nυμφαιώτης καπνομεσίτης Νικόλαος Μέρτζιος, ενώ την τεχνική επιστασία είχε ο Νικόλαος Γκιάκας. Οι μάστορες της πέτρας και πελεκητές ήταν από το χωριό Δροσοπηγή (πρώην Μπελκαμένη), με αρχιμάστορα τον Μαστροθανάση. Λέγεται πως κάθε μία από τις μεγάλες πέτρες που χρησιμοποιήθηκαν για τη Νίκειο Σχολή κόστιζε μία χρυσή λίρα.

Η τελική μορφή της Νικείου Σχολής διαφοροποιήθηκε ελαφρώς από τα αρχικά αρχιτεκτονικά σχέδια του Γ. Πάντζαρη όσον αφορά τον πύργο του ρολογιού, ο σχεδιασμός του οποίου έγινε ίσως από Σουηδό αρχιτέκτονα, και είναι βορειοευρωπαϊκού ρυθμού.

 

Ο πύργος της Νικείου Σχολής, όπως σχεδιάστηκε από τον Γ. Πάντζαρη

 

Ο πύργος της Νικείου Σχολής, όπως κατασκευάστηκε

Το γεγονός αυτό, όπως και η αναγραφή του ονόματος ΩΜΕΓΑ στις όψεις του ρολογιού, συντέλεσαν ώστε να δημιουργηθεί εξαρχής στην τοπική κοινωνία η εσφαλμένη εντύπωση πως το κτίριο σχεδιάστηκε εξ' ολοκλήρου από Σουηδούς αρχιτέκτονες και πως το ρολόι ήταν της ελβετικής εταιρίας Omega. Έτσι τα παραπάνω εντυπώθηκαν στη συλλογική μνήμη ως αληθινά γεγονότα, και παρέμειναν εκεί για σχεδόν ενενήντα χρόνια. Άλλες πληροφορίες, εξίσου σημαντικές, όπως η προέλευση του έτερου ονόματος που εμφανίζεται στις τέσσερις όψεις του ρολογιού του Νυμφαίου, δηλαδή του ονόματος Μπουρλά, ουδέποτε πέρασαν στην επόμενη γενιά, ούτε απασχόλησαν τις μεθεπόμενες.

Η αποκάλυψη των πραγματικών γεγονότων έγινε τυχαία, σε επίσκεψη του συγγραφέα στο Νυμφαίο, τον Απρίλιο 2016, που συνοδεύτηκε από φωτογράφιση της Νικείου Σχολής και του φημισμένου ρολογιού της, όχι όμως μόνο των εξωτερικών όψεών τους, όπως οι περισσότεροι επισκέπτες συνηθίζουν. Η άνοδος στον δυσπρόσιτο τρίτο όροφο του πύργου της Νικείου Σχολής δεν αποκάλυψε μόνο τον ωραιότατο μηχανισμό του ρολογιού αλλά δημιούργησε τις πρώτες απορίες.

Ο μηχανισμός του ρολογιού της Νίκειου Σχολής

(φωτογραφία από τον συγγραφέα)

 

 

Και τούτο διότι οι προφορικές μαρτυρίες των κατοίκων ως προς την ιστορία του ρολογιού και της Νικείου Σχολής, παρότι σχεδόν όμοιες ως αφηγήσεις, δεν φαίνονταν να συμφωνούν με όσα σιωπηρά μαρτυρούσαν οι άψυχοι πρωταγωνιστές τους.

Όλοι σχεδόν οι κάτοικοι και γέροντες του χωριού βεβαίωναν πως η σχολή ήταν έργο Σουηδών αρχιτεκτόνων, δωρεά του Ιωάννη Νίκου, το δε ρολόι υποστήριζαν πως ήταν της γνωστής ελβετικής ωρολογοποιίας Omega, όπως εξάλλου φαινόταν να επιβεβαιώνει με τον σαφέστερο τρόπο η αναγραφή του ονόματος αυτού στις όψεις του ρολογιού. Οι νεότεροι θυμούνταν το ρολόι ως εκκρεμές και με μπαταρίες κλειστού τύπου, να λειτουργεί στα τέλη της δεκαετίας του 1960, από την εποχή που ήταν οι ίδιοι μαθητές του Δημοτικού που στεγαζόταν στο κτίριο της Νικείου Σχολής, ενώ οι παλαιότεροι έφεραν στη μνήμη τους αμυδρότερα το ρολόι στα τέλη της δεκαετίας του 1930, χωρίς μηχανισμό εκκρεμούς, αλλά με αλκαλικές μπαταρίες που επαναφορτίζονταν τακτικά σε ανεμογεννήτριες του χωριού, στη θέση Λινούρια. Όλοι συμφωνούν πως από το 1940 περίπου ως τα μέσα του 1960 το ρολόι ήταν σταματημένο.

Η συστηματική φωτογράφιση του μηχανισμού του ρολογιού επέτρεψε την λεπτομερέστερη μελέτη του, καθώς στην αναζήτηση για την ιστορική αλήθεια προστέθηκαν (διαδικτυακά) έμπειροι ωρολογοποιοί από την Ελβετία, Μεγ. Βρετανία, Γερμανία και Γαλλία. Η υποψία πως το ρολόι δεν θα μπορούσε να είναι Omega σύντομα επιβεβαιώθηκε (η Omega, κατασκευαστής ρολογιών χειρός, ουδέποτε κατασκεύασε ρολόγια μεγάλου μεγέθους ή δημόσιας χρήσης) και η ταυτοποίηση των μηχανικών και ηλεκτρικών μερών του ρολογιού οδήγησε σε συμπεράσματα που, με τη σειρά τους, οδήγησαν τον συγγραφέα ξανά στον τρίτο όροφο του πύργου της Νικείου Σχολής και σε νέα ευρήματα.

Η επιτόπια έρευνα κατέδειξε με βεβαιότητα πως η καμπάνα του ρολογιού ήταν όντως ελβετική, της εταιρίας Rüetschi AG με έδρα το Aarau, και έτος κατασκευής το 1928.

Η καμπάνα του ρολογιού της Νίκειου Σχολής ακριβώς δίπλα στον μηχανισμό του ρολογιού

Λογότυπο του κατασκευαστή της καμπάνας και έτος κατασκευής. Η καμπάνα ηχεί στη μελωδική νότα "φα".

 

Οι τέσσερις όψεις του ρολογιού γρήγορα ταυτοποιήθηκαν ως χαρακτηριστικές των όψεων των δημόσιων ρολογιών της περιοχής Jura των γαλλοελβετικών συνόρων, γνωστές ως treize pieces (δεκατρία μέρη). Η σμάλτινη όψη αποτελούνταν από δεκατρία ξεχωριστά κομμάτια, ένα για κάθε ώρα καθώς και ένα κεντρικό, τα οποία κατασκευάζονταν στο εργοστάσιο και συναρμολογούνταν στο σημείο τοποθέτησης του ρολογιού.

Όψη τύπου treize pieces της γαλλικής εταιρίας Odobey Cadet με έδρα την πόλη Morez (Jura)

Η ομοιότητα με την όψη του ρολογιού της ΝΙκείου Σχολής είναι εμφανής

 

Η ξύλινη καμπίνα του μηχανισμού του ρολογιού, διαστάσεων 650 mm (βάθοςx 750 mm (πλάτοςx 1625 mm (ύψος) ήταν χαρακτηριστική των γερμανικών και ελβετικών ξύλινων καμπινών της δεκαετίας του 1920,

ενώ το δυσδιάκριτο εγχάρακτο σχέδιο άγκυρας στην άκρη ενός μεταλλικού πόμολου της καμπίνας οδήγησε τους ερευνητές στην εταιρία Camion Frères της Γαλλίας.

Άγκυρα με αρχικά "C" και "F" στη δεξιά άκρη του πόμολου

Κατάλογος της εταιρίας Camion Frères έτους 1912 που φέρει το ίδιο λογότυπο (πηγή: Delcampe.net)

Η ταυτοποίηση του μηχανισμού του ρολογιού αποδείχθηκε πολύ δυσκολότερη υπόθεση, καθώς γρήγορα έγινε αντιληπτό από τους ειδικούς πως στο ρολόι είχαν πραγματοποιηθεί επεμβάσεις, με σκοπό να μετατραπεί το ρολόι από ηλεκτρικά ελεγχόμενης διαφυγής (μέσω πρωτεύοντος εκκρεμούς) σε κοινού τύπου μηχανικής διαφυγής με εκκρεμές. Το είδος των επεμβάσεων ήταν βίαιο και ερασιτεχνικό (μεταξύ άλλων τοποθετήθηκε τηγάνι και σκουπόξυλο για εκκρεμές, και κόπηκε ο ελβετικός σκελετός--ένα πραγματικό κομψοτέχνημα--για να τοποθετηθούν μεταλλικές λάμες και άγκυρα αμερικανικού τύπου Ansonia).

Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με μαρτυρίες κατοίκων του χωριού, οδήγησε τον συγγραφέα στα υπόγεια των γραφείων της Κοινότητας Νυμφαίου και στο βιβλίο πρακτικών του δημοτικού συμβουλίου των ετών 1966 και 1967. Στην απόφαση αρ. 50 της 23 Νοεμβρίου 1966 βρέθηκε εγγραφή για την επισκευή του ρολογιού της Νικείου Σχολής και την επαναλειτουργία του μετά από σιγή είκοσι και πλέον ετών. Για τον σκοπό αυτό προϋπολογίστηκαν 6.000 δραχμές.

Η τεκμηριωμένη αυτή πληροφορία οδήγησε την έρευνα στον τότε γνωστό ωρολογοποιό Κοζάνης κ. Απόστολο Σταμουλά, ο γιός του οποίου επιβεβαίωσε στον συγγραφέα την εργασία του μακαρίτη πατρός του στο ρολόι του Νυμφαίου. Παρά τα πενιχρά μέσα της εποχής, η επαναλειτουργία του ρολογιού του Νυμφαίου κατέστη εντέλει δυνατή με την αφαίρεση των αλκαλικών μπαταριών που τροφοδοτούσαν τα ηλεκτρικά πηνία του πρωτοποριακού για την εποχή ηλεκτρικού ρολογιού, την αφαίρεση των ηλεκτρικών αυτών πηνίων από τον μηχανισμό του ρολογιού, την εγκατάσταση εκκρεμούς, τη συντήρηση των βαριδίων που έδιναν κίνηση στο μηχανισμό του ρολογιού και της καμπάνας (το κούρδισμα γινόταν με δύο μανιβέλες κάθε έξι ημέρες και 18 ώρες) και την εγκατάσταση νέων μπαταριών κλειστού τύπου που έδιναν κίνηση στο πρωτεύον ρολόι τοίχου (master clock) που ήταν αρχικώς εγκατεστημένο στην αίθουσα του διευθυντού της σχολής και στα δευτερεύοντα ηλεκτρικά ρολόγια (slave clocks) που ήταν εγκαταστημένα στους τοίχους των διαδρόμων της Νικείου Σχολής (το χωριό δεν ηλεκτροδοτήθηκε παρά το 1969). Ίχνη της ηλεκτρικής εγκατάστασης και του παραπάνω συστήματος είναι ακόμη εμφανή στο κτίριο.

Ηλεκτρικά πηνία παρόμοιου τύπου με το ρολόι της Νικείου Σχολής σε γερμανικό ρολόι Hörz

DSCN1165.jpg

Ένα από τα δύο βαρίδια του ρολογιού της Νικείου Σχολής

Baer Master Clock Catalogue 1913.jpg

Πρωτεύον ρολόι, όμοιο με αυτό που πιθανώς υπήρχε στο γραφείο του Διευθυντή

 

Το γεγονός πως ο πύργος του ρολογιού της Νικείου Σχολής ουδέποτε ανακαινίστηκε επέτρεψε να εντοπιστούν, στο πλαίσιο της παρούσας έρευνας, μέρη της πρωτότυπης ηλεκτρικής εγκατάστασης του 1928 που παροπλίστηκαν το 1966, αλλά και να βρεθούν εντός του πύργου τα πρωτότυπα μέρη του ρολογιού που αφαιρέθηκαν κατά την μετατροπή του ρολογιού.

 

 Παλιά ηλεκτρική καλωδίωση του μηχανισμού του ρολογιού του Νυμφαίου

Κομμένα μέρη του ρολογιού (δεξιός λοβός, οδοντωτός τροχός και πτερωτή ρυθμιστή στροφών) που βρέθηκαν πεταμένα κάτω από τα δοκάρια της στέγης του πύργου της Νικείου Σχολής. Αποτελούν μέρη του πρωτότυπου μηχανισμού του ρολογιού

 

Η επιτόπια έρευνα επιβεβαίωσε τη θεωρία των ξένων ειδικών ως προς την ιστορία και μετατροπή του ρολογιού και επέτρεψε επιτέλους την ταύτιση του μηχανισμού του ρολογιού. Καθοριστικά στοιχεία υπήρξαν οι λοβοί του σκελετού του μηχανισμού, οι κίτρινες γραμμές στα μεταλλικά μέρη του και η χαρακτηριστική απόληξη άξονα σε σχήμα βελανιδιού στον πρωτεύοντα τροχό του μηχανισμού της καμπάνας.

Σιδερένιος λοβός στο άνω αριστερό τμήμα του σκελετού του μηχανισμού. Ο δεξιός λοβός λείπει, αλλά βρέθηκε πεταμένος κοντά στον μηχανισμό

Κίτρινες γραμμές στις άκρες των μερών

Το χαρακτηριστικό "βελανίδι" στην απόληξη του άξονα

 

Λεπτομέρεια από το ρολόι της J.GBaer στην εκκλησία της πόλης Burgdorf της Ελβετίας, με τους χαρακτηριστικούς σιδερένιους λοβούς στον σκελετό, έτος κατασκευής 1931

Λεπτομέρεια από έτερο μηχανισμό της JGBaer που φέρει παρόμοια απόληξη άξονα σε σχήμα βελανιδιού

 

Βάσει των παραπάνω ευρημάτων, οι ειδικοί κατέληξαν πως το ρολόι όντως κατασκευάστηκε από ελβετική εταιρία (όπως το ήθελε η προφορική παράδοση του Νυμφαίου), όχι όμως από την εταιρία Omega αλλά από την εταιρία  JGBaer (μετέπειτα Muribaer AG). Η εταιρία JGBaer ήταν μία από τις πλέον φημισμένες εταιρίες κατασκευής μεγάλων δημόσιων ρολογιών διεθνώς στις αρχές του 20ου αιώνα και παρείχε ολοκληρωμένη υποστήριξη για μεγάλες εγκαταστάσεις, διαθέτοντας πλήρη σειρά πρωτευόντων και δευτερευόντων ρολογιών, προσαρμογή καμπάνας τρίτου κατασκευαστή στον μηχανισμό και ηλεκτρολογική καλωδίωση.

Φωτογραφία από κατάλογο του έτους 1913 με τη σειρά πρωτευόντων ηλεκτρικών ρολογιών (master clocks) της της εταιρίας JGBaer. Τα πρωτεύοντα ρολόγια ήταν μηχανισμοί ακριβείας που συντόνιζαν μέσω ηλεκτρικών παλμών τα δευτερεύοντα ρολόγια σε σχολεία, εργοστάσια και δημόσια κτίρια (έτη 1900 και έπειτα)

Φωτογραφίες του εργοστασίου της JGBaer στο Sumiswald (καντόνι Βέρνης) της Ελβετίας στις πρώτες δεκαετίες του περασμένου αιώνα δείχνουν τεχνίτες να κατασκευάζουν παρόμοιους μηχανισμούς για δημόσια ρολόγια, με τους χαρακτηριστικούς λοβούς στους σιδερένιους σκελετούς τους.

 

Φωτογραφία Oliver BaerMuribaer AG

Ο λόγος που οι εξωτερικές όψεις του ρολογιού εμφάνιζαν το όνομα ΩΜΕΓΑ, παραπλανώντας μέχρι σήμερα τους κατοίκους του χωριού, αποκαλύφθηκε αργότερα.

Η επιτόπια όμως έρευνα είχε και άλλες εκπλήξεις. Στον ξεχασμένο από το χρόνο πύργο του ρολογιού της Νικείου Σχολής ο συγγραφέας δεν βρήκε μόνο τα μέρη του μηχανισμού του 1928. Ακουμπισμένο σε ένα σκονισμένο ράφι, ίσως στην ίδια θέση που ο επισκευαστής ωρολογάς το πρωτοακούμπησε τον Δεκέμβριο του 1966 έχοντας ολοκληρώσει τη μετατροπή του ρολογιού, ήταν το μεταλλικό δοχείο λαδιού που χρησιμοποίησε για να λιπάνει τον μηχανισμό του.

Με ημερομηνία παρασκευής Φεβρουαρίου 1966 από την αμερικανική εταιρία McCollister Corporation αποτελεί μνημείο μιας άλλης εποχής, τότε που ο ελληνικός στρατός χρησιμοποιούσε λιπαντικά αμερικανικής προέλευσης για τα οχήματά του και η ελληνική κοινωνία σύντομα θα βίωνε μία από τις μελανότερες σελίδες της ιστορίας της.

Ακόμη συγκλονιστικότερη μαρτυρία για την πολυτάραχη ιστορία αυτού του τόπου ήταν το σκουριασμένο δοχείο που βρέθηκε δίπλα στη ξύλινη καμπίνα του μηχανισμού του ρολογιού, γεμάτο παλιά εξαρτήματα και βίδες. Ο προσεκτικός αναγνώστης διακρίνει ακόμη τις λέξεις "Pasteurised Processed Cheddar Cheese, 7 Pounds, Donated by the People of the United States of America, Not to be sold or exchanged". Αποτελεί αναμφίβολα μέρος της επισιτιστικής βοήθεια των ΗΠΑ προς την Ελλάδα τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, στο πλαίσιο του προγράμματος UNRAA (United Nations Relief and Rehabilitation Administration). Δεν αποκλείεται το δοχείο, είκοσι χρόνια αφότου διανεμήθηκε το περιεχόμενό του στους δικαιούχους των φτωχών ορεινών χωριών της Δυτικής Μακεδονίας, να απέκτησε δεύτερη χρήση, να χρησιμοποιήθηκε δηλαδή για την επισκευή του ρολογιού το 1966 και να παρέμεινε εκεί για άλλα πενήντα χρόνια μέχρι τις μέρες μας.

 

Ποια ήταν όμως η σημασία του ονόματος ΜΠΟΥΡΛΑ στις τέσσερις όψεις του ρολογιού της Νικείου Σχολής και γιατί ελάχιστοι εκ των σημερινών κατοίκων γνώριζαν την ύπαρξή του και ουδείς την προέλευσή του; Αλλά και πώς πέρασε το όνομα απαρατήρητο σε χιλιάδες επισκέπτες, αόρατο στο πιο ορατό σημείο του Νυμφαίου; Πώς κόπηκε το νήμα της ιστορικής συνέχειας; Πώς χάθηκε η μνήμη;

Η παρούσα έρευνα κατέδειξε πως το όνομα ΜΠΟΥΡΛΑ δεν αφορούσε σε τοπωνύμιο, όπως ορισμένοι υπέθεσαν, αλλά ήταν το επίθετο του Σαμουήλ Μπουρλά, αποκλειστικού αντιπροσώπου της Omega στην Ελλάδα την εποχή της τοποθέτησης του ρολογιού στη Νίκειο Σχολή (1928) και ενός εκ των γνωστότερων αδαμαντοπωλών/κοσμηματοπωλών στα Βαλκάνια. Αν η απόφαση για την αγορά του ρολογιού λήφθηκε από τον δωρητή της Νικείου Σχολής, Ιωάννη Νίκου, και αυτός θέλησε να προσφέρει στη γενέτειρά του ό,τι τελειότερο είχε να παρουσιάσει η τεχνολογία ωρολογιών του 1928 (κατά το παράδειγμα των τελειότερων υλικών που χρησιμοποίησε για την οικοδόμηση της Νικείου Σχολής και των εποπτικών μέσων με τα οποία την εξόπλισε) δεν αποκλείεται να απευθύνθηκε προσωπικά στον Σαμουήλ Μπουρλά για την προμήθεια και εγκατάσταση ενός φημισμένου ελβετικού ρολογιού και η αναγραφή του ονόματος Μπουρλά στις όψεις του ρολογιού να έγινε για λόγους φήμης και προβολής.

Η πρώτη πληροφορία για την προέλευση του ονόματος Μπουρλά προήλθε από τον πρώην επιμελητή του Μουσείου Οmega στη Biel/Bienne της Ελβετίας στον οποίο ο συγγραφέας απευθύνθηκε μόλις πληροφορήθηκε πως το όνομα Μπουρλά είναι σεφαραδίτικης προέλευσης. Έχοντας υποθέσει πως η ταυτόχρονη αναγραφή των ονομάτων ΩΜΕΓΑ και ΜΠΟΥΡΛΑ στις όψεις του ρολογιού της Νικείου Σχολής δεν θα μπορούσε να είναι τυχαία, ο πρώην επιμελητής του Μουσείου Omega ερεύνησε τα αρχεία της Omega και διαπίστωσε πως η επιχείρηση Μπουρλά κατείχε την αντιπροσωπεία της Omega μέχρι το έτος 1946. Έρευνα στον ευρωπαϊκό και ελληνικό Τύπο της εποχής το επιβεβαιώνει.

Διαφήμιση στην εφημερίδα Μακεδονία 7.3.1929

Διαφήμιση στον εμπορικό οδηγό Annuaire de l’Orient του Sam Lévy, 1929

Αχρονολόγητη φωτογραφία προθήκης καταστήματος Σ. Μπουρλά, πιθανώς δεκαετία 1920 (συλλογή Γιάννη Μέγα)

 

Με αφορμή το γεγονός αυτό ξεκίνησε μια άλλη, μεγαλύτερη και δυσκολότερη προσπάθεια συλλογής στοιχείων, διαφορετικών αυτή τη φορά, με σκοπό όχι πλέον να αναγνωριστεί ο μηχανισμός του ρολογιού, αλλά να βρεθούν οι απόγονοι του Σαμουήλ Μπουρλά και να γίνει γνωστή (σε αυτούς, στην τοπική κοινωνία, αλλά και ευρύτερα) η ιστορία του ρολογιού του Νυμφαίου και η σχέση του με μια φημισμένη οικογένεια, τα ίχνη της οποίας φαίνεται να χάνονται μετά το 1946.

Η έρευνα εστιάστηκε αρχικώς στα σημάδια που κάθε εμπορική επιχείρηση αφήνει στην κοινωνία όπου δραστηριοποιείται. Συνεχίστηκε με τα ίχνη που κάθε οικογένεια αφήνει στον κοινωνικό της περίγυρο και την ευρύτερη κοινωνία των οποίων είναι μέλος. Τέλος, επεκτάθηκε σε χώρες, τόπους και γεγονότα που σημάδεψαν την ελληνική, αλλά και την κοινή, συχνά τραγική ευρωπαϊκή ιστορία.

Σαν σε κυνήγι θησαυρού, κάθε νέο στοιχείο οδηγούσε στο επόμενο, κάθε πληροφορία μάς έφερνε πιο κοντά στη λύση του μυστηρίου, κάθε μυθιστορηματική ανατροπή αποκάλυπτε άγνωστες πτυχές της ιστορίας και άγνωστους πρωταγωνιστές. Ήταν μια προσπάθεια που απαίτησε τη συνδρομή ειδικών της γενεαλογίας και της κοινωνικής ιστορίας, ερευνητών σε ιστορικά ιδρύματα, μουσεία και δημόσιους φορείς της Θεσσαλονίκης, αλλά και ξένων και Ελλήνων μελετητών, πρόθυμων να βοηθήσουν. Η έρευνα σε δημοσιεύματα και μελέτες διαθέσιμα στο διαδίκτυο, άλλοτε προσβάσιμα μόνο με επιτόπια έρευνα σε μεγάλα πανεπιστήμια του εξωτερικού, οδήγησε σε σημαντικότατα ευρήματα.

Η ατομική επιχείρηση Σαμουήλ Μπουρλά είχε ιδρυθεί στη Θεσσαλονίκη στις 10.10.1919 από τον αδαμαντοπώλη - κοσμηματοπώλη Σαμουήλ Μπουρλά του Ισαάκ (γέννηση 5.8.1866, ισπανικής υπηκοότητας) και στις 20.6.1921 απέκτησε δικαίωμα υπογραφής στην επιχείρηση και ο υιός του, Δανιήλ. Στις 6.11.1925 η ατομική επιχείρηση γίνεται ομόρρυθμος, με εταίρους τον πατέρα και τον υιό Μπουρλά.

Την 1.11.1933 ο Σαμουήλ δηλώνει λακωνικά σε επιστολή του προς το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης πως "δεν είμεθα εταιρία", παραπέμποντας στον πρόσφατο θάνατο του υιού του, Δανιήλ, από περιτονίτιδα, λίγο καιρό νωρίτερα. Ο Δανιήλ ενταφιάζεται στο εβραϊκό νεκροταφείο της πόλης. Να σημειωθεί ότι το 1935 ζούσαν στη Θεσσαλονίκη περίπου 60.000 Εβραίοι, επί συνόλου 190.000 κατοίκων, ενώ το εβραϊκό νεκροταφείο περιελάμβανε περίπου 500.000 τάφους, με τους παλαιότερους να χρονολογούνται από τον 15ο αιώνα.

 

Η Σαμουήλ Μπουρλά ήταν διάδοχος της επιχείρησης Μεναχέμ & Σαμουήλ Μπουρλά, η οποία, με τη σειρά της, είχε διαδεχθεί την επιχείρηση Ισαάκ & Μεναχέμ Μπουρλά (με έτος ίδρυσης το 1850).

 

Καταχώρηση υπό τους Κοσμηματοπώλες Θεσσαλονίκης στο Indicateur Oriental, Annuaire du Commerce, de la Magistrature,

Turquie, Russie, Grèce & Bulgarie, 1885

 

Διαφήμιση στο Indicateur Oriental, Annuaire du Commerce, de la Magistrature,

Turquie, Russie, Grèce & Bulgarie, 1885

 

                

Λεπτομέρεια επιστολόχαρτου της επιχείρησης Σ. Μπουρλά με πληροφορίες

για τη διαδοχή της επιχείρησης

 

Ο σεφαραδίτης Ισαάκ Μπουρλά του Μεναχέμ, πατέρας του Σαμουήλ Μπουρλά, θεωρούνταν ο δόγης των κοσμηματοπωλών της Θεσσαλονίκης και έχαιρε της εκτίμησης ολόκληρης της κοινωνίας της πόλης.

Είναι χαρακτηριστικό πως κατά τη διάρκεια της νεκρικής πομπής του Ισαάκ Μπουρλά στις 7.6.1908 οι κοσμηματοπώλες της Θεσσαλονίκης έκλεισαν τα καταστήματά τους ως ένδειξη πένθους.

 

 

Journal de Salonique,  8 Ιουνίου 1908

Είναι ευτύχημα για τον ερευνητή το γεγονός ότι στο Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης τηρούνται ακόμη τα αρχεία των πρώτων επιχειρήσεων της πόλης, ένας ανεκτίμητος θησαυρός για την ιστορία της Θεσσαλονίκης, γίνονται δε προσπάθειες για την συντήρηση και ανάδειξή τους. Από εκεί αντλούνται πολύτιμες πληροφορίες για την επιχειρηματική δράση των εμπόρων και των επαγγελματιών της πόλης, αλλά και για την κοινωνία της Θεσσαλονίκης γενικότερα.


Αναγγελία εγγραφής της ήδη υφιστάμενης εμπορικής εταιρίας Σαμ Μπουρλά (έτος ίδρυσης 10.10.1919) στο Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης με αριθμό 377 και ημερομηνία 30.4.1924

"Ονόματα συνεταίρων ομορρύθμων και ετερορρύθμων" Έντυπο πληροφοριών της Ομορρύθμου Εταιρίας Σ. Μπουρλά και Δ. Μπουρλά προς το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης, 6.11.1925

Απόσπασμα Μητρώου Επιχειρήσεων του Εμπορικού & Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης, Σαμ Μπουρλά, αύξων αριθμός 290 και ημερομηνία εγγραφής την 9.7.1935

Την 1η Ιανουαρίου 1936 η επιχείρηση Σαμ Μπουρλά μετατρέπεται εκ νέου σε ομόρρυθμη, με ομόρρυθμους πλέον εταίρους τον πατέρα Σαμουήλ και τον έτερο, μεγαλύτερο υιό του, Ισαάκ Μπουρλά (ο οποίος από τις 23.10.1930 είχε δικαίωμα υπογραφής και στην παλιότερη επιχείρηση του πατέρα του) και νέο διακριτικό τίτλο Σ. Μπουρλά & Υιός. Την εποχή αυτή οι ομόρρυθμοι εταίροι διατηρούσαν την ισπανική υπηκοότητα.

Απόσπασμα Μητρώου Επιχειρήσεων του Εμπορικού & Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης,
Σ. Μπουρλά & Υιός, αύξων αριθμός 1676 και ημερομηνία εγγραφής 15.6.1936

Από το 1928, χρονιά αποπεράτωσης του Μεγάρου Μπουρλά-Λεβή, ιδιόκτητου κτιρίου που θα οικοδομηθεί τα έτη 1926 και 1927 με δαπάνη των φιλικών οικογενειών Μπουρλά και Λεβή, η έδρα των επιχειρήσεων βρέθηκε στη Βασ. Κωνσταντίνου, μετέπειτα Βενιζέλου, αρ. 3, στη Θεσσαλονίκη.

Αρχιτεκτονικά σχέδια Μεγάρου Μπουρλά-Λεβή, 1925 [3]

Προπολεμική φωτογραφία του Μεγάρου Μπουρλά-Λεβή (ευγενική παραχώρηση Άννη Μιχαηλίδου-Λεβή)

 

Η εταιρία ήταν αποκλειστική αντιπρόσωπος γνωστών ευρωπαϊκών επιχειρήσεων υαλικών, ασημικών και ωρολογίων, μεταξύ άλλων της Omega και της Christofle (τουλάχιστον από το 1925)  καθώς και της Tissot, της Junghans, της Rosenthal και άλλων (τουλάχιστον από το 1935).

"Είδος επιχειρήσεως:" Δήλωση Σ. Μπουρλά και Δ. Μπουρλά προς το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης την 6.11.1925

Επιστολή Σαμουήλ Μπουρλά προς το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης, αντιπροσώπευση οίκων εξωτερικού, 27.5.1935

 

Λεπτομέρεια πρόσοψης Μεγάρου Μπουρλά - Λεβή. Διαφημιστικό ρολόι ΩΜΕΓΑ έξω από το αδαμαντοπωλείο-ωρολογοπωλείο Σαμουήλ Μπουρλά

Η οικογένεια του Σαμουήλ Μπουρλά είχε τα εξής μέλη, όλα εβραϊκού θρησκεύματος, όπως προκύπτει από τα μητρώα του ισπανικού προξενείου στη Θεσσαλονίκη στις 7 Απριλίου 1936 (αρ. οικογενειακής μερίδας 115):

 

- Σαμουήλ (Samuel) Μπουρλά (Burla) του Ισαάκ (Isaac) (γέννηση 5.8.1866)

- σύζυγος Παλόμπα (Palomba) Μπουρλά, το γένος Γκατένιο (Gattegno) (γέννηση 20.3.1876)

- υιός Ισαάκ Μπουρλά (γέννηση 3.2.1897)

- θυγατέρα Λουκία (Lucia) Μπουρλά (γέννηση 18.3.1912)

- (ο έτερος υιός Δανιήλ (Daniel) Μπουρλά με ημερομηνία γέννησης 5.3.1900, ο οποίος είχε αποβιώσει νωρίτερα, εμφανιζόταν στην οικογενειακή μερίδα τους με αρ. 248 στα μητρώα του έτους 1916.

 

(Επίσης οι παραπάνω δεν αναφέρονται στα μητρώα του 1943 του αυτού προξενείου, επειδή δεν βρίσκονταν πλέον στη Θεσσαλονίκη)

Σε έγγραφο της 16ης Οκτωβρίου 1940, μόλις δώδεκα ημέρες πριν την είσοδο της Ελλάδας στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Σαμουήλ Μπουρλά εμφανίζεται να έχει ήδη αιτηθεί την μεταφορά της έδρας της επιχείρησης Σ. Μπουρλά & Υιός από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα. Ζητά το κατάστημά του στη Θεσσαλονίκη να μετατραπεί σε υποκατάστημα.

Έγγραφο του Εμπορικού & Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης προς την Γ' Οικονομική Εφορία Θεσσαλονίκης, 16.10.1940

Το όνομα της οικογένειας Μπουρλά εμφανίζεται στην έρευνα τρεις ακόμη φορές:

Πρώτη φορά εμφανίζεται σε γερμανικό έγγραφο του 1943 που αναφέρει πως ο «κοσμηματοπώλης Μπουρλά» μαζί με τον οδοντίατρο Montidor, τον υφασματέμπορο Γιουσουρούμ και τον βιοτέχνη γυναικείων ενδυμάτων Φρανσές εμφανίζονται ως οι «κύριοι δωρητές» χρηματικού ποσού 10.000.000 δραχμών σε υπόθεση που σχετίζεται με την ίδρυση γραφείου της ισπανικής Φάλαγγας στην κατοχική Αθήνα τον Απρίλιο του 1943.

Δεύτερη φορά το όνομα Μπουρλά εμφανίζεται σε δύο επιστολές που συντάσσει στην Αθήνα στις 29 Ιουλίου 1943 κάποιος Ισαάκ Μπουρλά (εάν δεν πρόκειται περί συνωνυμίας εικάζουμε πως είναι ο υιός του Σαμουήλ Μπουρλά, Ισαάκ, ήδη 46 ετών) μαζί με τρεις άλλους, ως εκπρόσωποι της ισπανικής σεφαραδίτικης κοινότητας Θεσσαλονίκης, και τις παραδίδουν στον πρόξενο της Ισπανίας στην Αθήνα Ρομέρο, ο οποίος, με τη σειρά του, τις στέλνει στη Μαδρίτη υπόψη του Γενικού Γραμματέα Εξωτερικής Πολιτικής José María Doussinague και του Στρατηγού FrancoΣτις επιστολές ζητούν εναγωνίως, και ματαίως, την προστασία του ισπανικού κράτους για τους ισπανούς σεφαραδίτες της Θεσσαλονίκης [4]

Τρίτη φορά εμφανίζεται το όνομα Μπουρλά σε αναφορά στο βιβλίο του Πολυχρόνη Ενεπεκίδη Οι διωγμοί των Εβραίων εν Ελλάδι (Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 1969) που παραθέτει την πολυσέλιδη αναφορά γερμανού υπαξιωματικού του Φεβρουαρίου 1944 σχετικά με Αθηναίο κοσμηματοπώλη ο οποίος κρύβει στο υπόγειο της οικίας του κιβώτια με κοσμήματα και ρολόγια του «Εβραίου Μπουρλά» καθώς και υφάσματα του υφασματέμπορου Μπεναχμία (σελ. 139-144), ισχυριζόμενος πως αυτά πλέον δικαιωματικά του ανήκουν διότι "οι δύο Εβραίοι" τού τα είχαν αφήσει ως ενέχυρο και δεν τον εξόφλησαν. Από εκεί προκύπτει πως μέχρι τον Αύγουστο 1943 αμφότεροι οι Μπεναχμία και Μπουρλά διατηρούσαν επιχειρήσεις στην Αθήνα αλλά έξι μήνες αργότερα εμφανίζονται να έχουν διαφύγει.

Χαρακτηριστικό είναι το παρακάτω απόσπασμα που ομιλεί περί «αναχώρησής» τους τον Ιούλιο του 1943 «δια την Ισπανίαν κατόπιν συνεννοήσεως μετά της Ισπανικής Πρεσβείας».

 

Από τη χρονολογία αυτή και έπειτα τα ίχνη της οικογενενείας Μπουρλά εξαφανίζονται. Αλλά και οι υπό γερμανική κατοχή Αρχές θα επιχειρήσουν λίγους μήνες νωρίτερα να εξαφανίσουν τα ίχνη της οικογένειας, όπως και τόσων άλλων, με την επαίσχυντη πράξη διαγραφής του συνόλου των εβραϊκών επιχειρήσεων της Θεσσαλονίκης από τα μητρώα μελών του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης, με ημερομηνία 4 Μαρτίου 1943, σε εκτέλεση της διαταγής του Στρατιωτικού Διοικητή Θεσσαλονίκης-Αιγαίου και μιας σειράς άλλων αποφάσεων.

 

Πράξις Διαγραφής της εταιρίας Σ. Μπουρλά & Υιός, Αρ. Μητρώου 1676, Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης

 

Τα ίχνη της οικογενείας Μπουρλά εμφανίζονται εκ νέου τον Ιούλιο 1945 στο Τελ Αβίβ, όπου φαίνεται πως ο υιός Ισαάκ Μπουρλά αρχίζει να δραστηριοποιείται και πάλι στο αντικείμενο εργασίας του, δηλαδή τα διαμάντια, ως μέλος της Επιτροπής του Συνδέσμου Εξαγωγέων Κατηργασμένων Αδαμάντων Παλαιστίνης.

Απόσπασμα από την εφημερίδα The Palestine Post, 4/7/1945

Φαίνεται πως εκτός του Ισαάκ Μπουρλά ασφαλή άφιξη στο Τελ Αβίβ είχαν και τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας, όπως αποδεικνύεται από μεταγενέστερη δημοσίευση της εφημερίδας The Palestine Post στις 17 Σεπτεμβρίου 1946. Η σύζυγος, ο υιός και η θυγατέρα Μπουρλά ανακοινώνουν τον θάνατο του συζύγου και πατρός τους Σαμουήλ Μπουρλά, εκ Θεσσαλονίκης.

 

Απόσπασμα από την εφημερίδα The Palestine Post, 17/9/1946. Η ορθή ημερομηνία θανάτου είναι η 14η Σεπτεμβρίου 1946.

Στις 13 Μαρτίου 2016, δηλαδή λιγότερο από τρεις μήνες πριν την έναρξη της παρούσας έρευνας, εθελοντής φωτογράφος της οργάνωσης γενεαλογικών ερευνών Billiongraves φωτογραφίζει τυχαίους τάφους του νεκροταφείου Nahalat Yitshak του Τελ Αβίβ και στον φωτογραφικό φακό συλλαμβάνεται για πρώτη φορά σε διάστημα 70 ετών ο τάφος του Σαμουήλ Ισαάκ Μπουρλά "εκ Θεσσαλονίκης" (στα εβραϊκά). Στον τάφο αναγράφεται το έτος γέννησης του Σαμουήλ Μπουρλά (1866) χρονολογία που ταυτίζεται με τα στοιχεία που έχουμε για τη γέννησή του.

 

Φωτογραφία από ιστοχώρο billiongraves.com

 

Epitaph:

גומל צדקותוחסדים ממשפחת מיוחסיםשאו קינה ומרה והורידו כנחל דמעה מייתן ראשי מים ועיני מקור דמעה אבי אבי אוי לי שנפלה ממני עטרה.

 

Headstone Description:

Sam IBourla משלוניקי        (Σαμ Ι. Μπουρλά, εκ Θεσσαλονίκης)

Τελευταία αναφορά στην οικογένεια Σαμουήλ Μπουρλά υπάρχει στο διάταγμα της 11ης Φεβρουαρίου 1949 με το οποίο η ισπανική κυβέρνηση παραχωρεί ισπανική υπηκοότητα σε σεφαραδίτες Έλληνες, διάταγμα το οποίο αντλεί στοιχεία από τα μητρώα του Ισπανικού Προξενείου Θεσσαλονίκης του 1936. Βεβαίως εμείς γνωρίζουμε, από έγγραφα του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης, πως οι Σαμουήλ και Ισαάκ Μπουρλά κατείχαν ήδη την ισπανική υπηκοότητα το 1936.

Samuel Isaac Bourla                        1866

His wife: Palomba                            1876

His offspring:

Isaac                                                      1897

Lucía                                                      1912

 

Αναφορά της οικογένειας Σ. Μπουρλά στο διάταγμα της 11ης Φεβρουαρίου 1949 (Greek List[5]

Από την χρονολογία αυτή και έπειτα χάνονται και πάλι τα ίχνη της οικογένειας και απογόνων του Σαμουήλ Μπουρλά.

Όμως, η τυχαία ανακάλυψη της είδησης του θανάτου ενός Αλβέρτου Μόλχο του Ιωσήφ στο Παρίσι στις 16.11.1973, δημοσιευμένη στην εφημερίδα Μακεδονία, πρόσφερε πολύτιμες πληροφορίες. Αναπάντεχα, μεταξύ των οικογενειών που ανακοινώνουν την πένθιμη είδηση είναι και η οικογένεια κάποιου Ισαάκ Σαμουήλ Μπουρλά.

Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ της Θεσσαλονίκης την 18.11.1973

Όπως ακόμη συνηθίζεται, στα πένθη αναγράφονται τα μέλη της στενής οικογένειας του θανόντος, ο δε προσδιορισμός της συγγενικής σχέσης προκύπτει συνήθως από την προσφώνηση. Επομένως η αναφορά της οικογένειας του Ισαάκ Σαμουήλ Μπουρλά μεταξύ των αδελφών δεν μπορούσε παρά να σημαίνει ένα πράγμα: πως η οικογένεια του Ισαάκ Σαμουήλ Μπουρλά ήταν ‘αδελφή’ οικογένεια, διότι η Λουκία, η σύζυγος του θανόντος, ήταν προφανώς το γένος Μπουρλά και ο πενθών Ισαάκ Σαμουήλ Μπουρλά ήταν κουνιάδος του Αλβέρτου Ιωσήφ Μόλχο.

Την πληροφορία επιβεβαίωσε από το Παρίσι η κόρη του Αλβέρτου Μόλχο και της Λουκίας Μπουρλά, Νόρα Μόλχο (η οποία αναφέρεται ονομαστικά στο παραπάνω δημοσίευμα του 1973), το όνομα της οποίας εντοπίστηκε, μετά από πολυήμερη έρευνα, σε τηλεφωνικό κατάλογο της Γαλλίας.

Αυτή, αλλά και επόμενες επικοινωνίες με την παραπάνω εγγονή του Σαμουήλ Μπουρλά υπήρξαν, όπως είναι αναμενόμενο, καθοριστικές για την εξεύρεση γενεαλογικών στοιχείων της οικογένειας Μπουρλά. Η κ. Νόρα Μόλχο, γεννημένη το 1948 στο Τελ Αβίβ και πλέον κάτοικος Παρισίων, άκουσε με ενδιαφέρον την ιστορία του ρολογιού του Νυμφαίου, επιβεβαίωσε τα μέχρι τώρα ευρήματα της έρευνας και πρόσφερε πρόθυμα τις παρακάτω συμπληρωματικές πληροφορίες, έναν θησαυρό γενεαλογικών πληροφοριών για τον ερευνητή, την ιστορία της εβραϊκής κοινότητας Θεσσαλονίκης και την πόλη.

 

Μαθαίνουμε, λοιπόν, πως ήδη το 1940 η οικογένεια Σαμουήλ Μπουρλά εμφανίζεται στην Αθήνα με τα εξής μέλη:

 

-          Σαμουήλ Μπουρλά και σύζυγος Παλόμπα (το γένος Δανιήλ Γκατένιο)

-          υιός Ισαάκ Μπουρλά και σύζυγος Έλσα (το γένος Δανιήλ Σάλεμ)

-          θυγατέρα Λουκία Μπουρλά, με τον σύζυγό της Αλβέρτο Μόλχο του Ιωσήφ (γέννηση Αλβέρτου 12.2.1905) και την κόρη τους Ντανιέλα (γέννηση 13.7.1939 στην Αθήνα)

Οι χρονολογίες της φυγής τους από την Αθήνα και της άφιξής τους στην Παλαιστίνη αλλά και η ακριβής διαδρομή που ακολούθησαν δεν είναι δυνατόν να επιβεβαιωθούν, αλλά γνωρίζουμε πως η επιδεινούμενη κατάσταση στην Ευρώπη τούς είχε αναγκάσει προηγουμένως να λάβουν διαφορετικές υπηκοότητες (ίσως και με ψευδή έγγραφα). Έτσι, ενώ η υπόλοιπη οικογένεια Μπουρλά κατέχει την ισπανική υπηκοότητα, η Λουκία, ο Αλβέρτος και η Ντανιέλα κατέχουν την περσική (και αργότερα ιταλική ή και πιθανώς άλλη) υπηκοότητα.

Λίγο μετά τον θάνατο του πατρός Σαμουήλ Μπουρλά στο Τελ Αβίβ το 1946 η σύζυγος Παλόμπα, ο υιός Ισαάκ και η νύφη του Έλσα Σάλεμ αναχωρούν για την Αμβέρσα, όπου ο Ισαάκ δραστηριοποιείται και πάλι επιχειρηματικά στον κλάδο της αδαμαντοποιίας.

Έχοντας καταφέρει να διασωθεί από τη λαίλαπα του πολέμου και του Ολοκαυτώματος, ο Ισαάκ Μπουρλά θα στρέψει την προσοχή του στην αποδεκατισμένη από Εβραίους Θεσσαλονίκη και στην πατρογονική περιουσία του, καθώς στην πόλη είναι σε εξέλιξη μια άλλου είδους εκκαθάριση που αφορά σε όλα όσα άψυχα είχαν αφήσει πίσω τους αυτοί που δεν επρόκειτο να ξαναγυρίσουν.

Έτσι, ήδη από τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια και με ενέργειες του Ελληνικού Δημοσίου και επιμέρους δημοσίων ταμείων, επιβάλλονται πολλαπλές αναγκαστικές κατασχέσεις στα ακίνητα της οικογενείας Μπουρλά και μεταξύ αυτών στο Μέγαρο Μπουρλά επί της οδού Βενιζέλου 3. Οι περισσότερες κατασχέσεις, για οφειλές της Σ. Μπουρλά & Υιός, αφορούσαν τον οφειλέτη Ισαάκ Μπουρλά ως ομόρρυθμο μέλος της εταιρίας, ενώ μια αφορούσε τον Σαμουήλ Μπουρλά. 

Ο Ισαάκ Μπουρλά θα διασώσει την περιουσία του ιδίου και της αδελφής του Λουκίας καταβάλλοντας στο Ελληνικό Δημόσιο το εντυπωσιακό για την εποχή ποσό που προσεγγίζει τα δύο δισεκατομμύρια δραχμές. Το 1952, με πράξη του Ε' Δημοσίου Ταμείου Θεσσαλονίκης, όλες οι ανωτέρω κατασχέσεις αίρονται λόγω εξόφλησης.

Το 1960, σε πώληση που θα πραγματοποιηθεί στη Γενεύη, τα αδέλφια Μπουρλά μεταβιβάζουν σε ελληνοαμερικανούς γουνέμπορους έναντι 35.000 δολαρίων το μεγαλύτερο μέρος του ποσοστού που κατέχουν στο Μέγαρο Μπουρλά. Η οικογένεια αποχωρεί έτσι από το Μέγαρο Μπουρλά και Λεβή και, πλέον οριστικώς, από τη Θεσσαλονίκη.

Η Παλόμπα θα πεθάνει στις 7 Ιουνίου 1960 στην Αμβέρσα, όπου θα πεθάνει και ο Ισαάκ Μπουρλά το 1976 (αλλά θα ενταφιαστεί στο Παρίσι), και η Έλσα θα πεθάνει το 1978 στο Παρίσι. Οι Ισαάκ και Έλσα δεν απέκτησαν τέκνα.

Η οικογένεια της Λουκίας Μπουρλά και του συζύγου της Αλβέρτου Μόλχο θα αναχωρήσει από το Τελ Αβίβ για το Παρίσι το 1952 (όπου μάλιστα θα επιλέξουν, ίσως συμβολικά, να κατοικήσουν στην οδό Avenue de Salonique), αφού όμως πρώτα το ζεύγος αποκτήσει και μια δεύτερη θυγατέρα, την Νόρα Μόλχο (γέννηση 1948, Τελ Αβίβ).

Όπως ήδη γνωρίζουμε από τη δημοσίευση στην εφημερίδα Μακεδονία, ο Αλβέρτος Μόλχο θα πεθάνει στις 16 Νοεμβρίου 1973 στο Παρίσι.

Η Λουκία Μπουρλά-Μόλχο θα πεθάνει το 2002 στο Παρίσι, με απογόνους δύο κόρες:

- την Danièle Molho (1939-2013), που παντρεύτηκε τον Γάλλο ιατρό Daniel Kalmanson, πρωτοπόρο της τεχνικής Doppler, και απέκτησε μαζί του μία κόρη (η Danièle Molho-Kalmanson υπήρξε γνωστότατη δημοσιογράφος στη Γαλλία, βιογράφος του Προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας François Mitterrand).

- την Νόρα Μόλχο, πηγή της παρούσας έρευνας, που έζησε στο Τελ Αβίβ και στο Παρίσι, χωρίς τέκνα.

Μοναδικοί πλέον ζώντες απόγονοι της ονομαστής οικογένειας των κοσμηματοπωλών Μπουρλά της Θεσσαλονίκης είναι η Νόρα Μόλχο καθώς και η ανηψιά της με τα τέκνα της, όλοι κάτοικοι Παρισίων.

Το στολίδι του Νυμφαίου, το επιβλητικό ρολόι που ακόμη στέκει στα βουνά της Μακεδονίας ως σύμβολο μιας μακρινής ειρηνικής περιόδου όπου τίποτε δεν φάνταζε αδύνατο, μια εποχή όπου ένας πάμπτωχος Βλάχος Νυμφαιώτης μπορούσε να γίνει μεγιστάνας καπνέμπορος στη Σουηδία, να παρασημοφορηθεί από βασιλιάδες και πρωθυπουργούς, να κτίσει ένα από τα ομορφότερα και τελειότερα εξοπλισμένα σχολεία της ελληνικής επικράτειας για να μορφώσει τα παιδιά του τόπου του και να αναθέσει σε έναν φημισμένο Εβραίο Θεσσαλονικιό κοσμηματοπώλη να εγκαταστήσει στη δυσπρόσιτη ορεινή γενέτειρά του ό,τι καλύτερο είχε να προσφέρει η ελβετική υψηλή ωρολογοποιία, τώρα ξαναχτυπά για τους απογόνους της οικογένειας Νίκου, τους απογόνους της οικογένειας Μπουρλά, τους Νυμφαιώτες και τη Μακεδονία.

 

Παλόμπα (μέση) και Σαμουήλ Μπουρλά

Δανιήλ (αριστερά) και Ισαάκ Μπουρλά, περί το 1907

 

Λουκία Μπουρλά στη Θεσσαλονίκη, περί το 1917

Σαμουήλ Μπουρλά

Ισαάκ Μπουρλά, Έλσα Σάλεμ


Δανιήλ Μπουρλά

 

 

 

Ισαάκ Μπουρλά, δεκαετία 1960

 

 

Λουκία Μπουρλά, δεκαετία 1970

 

Ευγενική παραχώρηση φωτογραφιών οικογενείας Μπουρλά: Nora Molho, Παρίσι 2016

 

Ευχαριστίες (αλφαβητικά):  Anne-Maria Faraggi, Nora Molho, Carol Tannenbaum, Αλίκη Αρούχ, Κατερίνα Γιαννουκάκου, Νινέτα Γώδη, Σταυρούλα Δογραματζιάν-Νίκου, Στέργιος Ζέζιος, Μαρία Καλαϊτζοπούλου, Δημήτρης Κιακίδης, Σούλης Κοντογιάννης, Αρετή Μακρή, Γιάννης Μέγας, Ρένα Μόλχο, Γιώργος Μπουτάρης, Στέλιος Μπουτάρης, Θεόδωρος Ντόγκας, Τάκης Οικονομίδης, Πάρις Παπαμίχος-Χρονάκης, Ευαγγελία Παυλίδου, Έρικα Περαχιά, Παναγιώτης Πολιτίδης, Πέτρος Πρωτοπαπάς, Λεόν Σαλτιέλ, Σολίτα Σαλτιέλ, Γιάννης Στεφανίδης, Ελένη Σωτηρίου, Άγγελος Χοτζίδης.



[1] Φωτογραφία από το λεύκωμα Ενθύμια Νυμφαίου, Επιμέλεια Μέρτζος Ι. Νικόλαος,

 Εκδόσεις Λιβάνη, 2003

 

[2] http://www.jmth.gr/article-20032014-oi-evraioi-tis-thessalonikis

[3] Βασίλης Κολώνας,  "Θεσσαλονίκη 1912-2012 Η Αρχιτεκτονικής Μιας Εκατονταετίας", University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2012

[4] Letter from Moise Botton, David Benadon, Isaac  Bourla and Behor Yessarum to José María Doussinague, Athens, 29 July 1943, MAEC R1716-3

 Request for aid from Moise Botton, David Benadon, Isac Bourla and Behor Yessarum to Generalissimo Francisco Franco (attached to the previous reference), Athens, 29 July 1943, MAEC R1716-3

 

https://eciencia.urjc.es/bitstream/handle/10115/4645/11.pdf?sequence=1

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου