Α.
Επιστολή του Giorgio
Morpurgo προς τον Ing.
Giacomo Buonomo, Μιλάνο 26 Ιουνίου 1947.
Μετάφραση
από τα ιταλικά: Χρίστος Τσιάπος
Τ(ζόρτζιο) Μορπούργο
Σά(ντα) Μαρία
Σεγκρέτα 7 Μιλάνο 26 Ιουνίου 1947
Αγαπητέ Μηχ(ανικέ) Μπουονόμο
Μόλις
χθες, προωθημένη από τη Θεσσαλονίκη, έλαβα, προς μεγάλη μου ευχαρίστηση, την
επιστολή σας της 10ης περασμένου Μαΐου. Μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι και μόνο η
ανάγνωση του ονόματός σας πριν καν την ανοίξω, επανέφερε στη μνήμη μου, τέλεια,
την εικόνα σας, το θαρραλέο έργο σας και τις προηγούμενες συναντήσεις μας. Είμαι πολύ χαρούμενος που μαθαίνω ότι είστε
σε πλήρη δράση και άκρα υγεία.
Πράγματι
πέρασαν από πάνω μας τρομερά χρόνια· από το ’20 έως το ’40 έζησα γαλήνιος,
συντροφευμένος από την αγάπη των δικών μου, της ενδιαφέρουσας εργασίας μου ως
ασφαλιστής στην παλαιότατη εταιρεία ιδρυμένη από τον παππού μου, η οποία
θεωρείται ανάμεσα στις πρώτες της Θεσσαλονίκης και με τους δύο καλούς μου γιους
που ήρθαν να προσδώσουν ακόμη περισσότερη χαρά στο γάμο μου. Όμως, από τον Οκτώβριο του ’40 η μοίρα
στράφηκε εναντίον μου. Πραγματικά, στη
διάρκεια του μήνα εκείνου έχασα τον λατρευτό μου πατέρα, τη λαμπρή εκείνη μορφή
ενός Ιταλού που, για περισσότερα από 60 χρόνια, είχε τιμήσει την παροικία μας·
τις πρώτες ώρες της αποφράδας ημέρας της 28ης Οκτωβρίου, η σύζυγός
μου και εγώ εγκλειστήκαμε από τους Έλληνες, στους οποίους είχε επιτεθεί ο
Μουσολίνι, σε στρατόπεδο συγκέντρωσης όπου και περάσαμε έξι σκληρούς μήνες·
μετά την απελευθέρωσή μας, τον Απρίλιο του ’41, περάσαμε, ως Εβραίοι, δύο
χρόνια συνεχούς απειλής κάτω από το γερμανικό ζυγό στη Θεσσαλονίκη και
καταφέραμε να διαφύγουμε, έγκαιρα, στην Ιταλία.
Την ίδια ώρα 45.000 δικοί μας,
δυστυχισμένοι ομόθρησκοι, εκτοπίζονταν και χάνονταν στην Πολωνία! Αντίκρισα έτσι, μέσα σε λίγες εβδομάδες,
φίλους, συγγενείς, συνεργάτες και υπαλλήλους να αναχωρούν προς το βέβαιο θάνατο
και να καταρρέει το εξαιρετικό μας έργο, καρπός του μόχθου τριών γενεών
Μορπούργο! Έχοντας περάσει στην
Ιταλία, έπρεπε για άλλη μια φορά να πάρουμε το δρόμο της εξορίας. Για να γλιτώσουμε από την ανανεωμένη
ρατσιστική μανία των καταραμένων ναζιστο-φασιστών διαφύγαμε στην Ελβετία. Και ήταν ακριβώς σ’ εκείνο το καταφύγιο που
υπέστη το πιο τρομερό χτύπημα. Αφού είχα
ήδη διασώσει δύο φορές την οικογένειά μου, τώρα μια σκληρή αρρώστια άρπαξε, το
’45, την καλή μου σύντροφο αφήνοντάς μας όλους με ένα τεράστιο κενό.
Από
τον Ιούλιο του ’45 βρίσκομαι στο Μιλάνο, σε σκληρές συνθήκες: διατηρώντας όλα
μου τα συμφέροντα στο εξωτερικό και αδυνατώντας, προς το παρόν, να επιστρέψω
στην Ελλάδα απ’ όπου έχουν εξοριστεί όλοι οι Ιταλοί· Έχω μαζί μου τη μητέρα μου, ακόμη στο «πόδι»,
η οποία σας θυμάται και σας στέλνει τους χαιρετισμούς της. Έχω ακόμη τους δυο γιους μου, τον μεγαλύτερο
γιατρό, στην αρχή της σταδιοδρομίας του, και τον μικρότερο επί πτυχίω στη
νομική. Ζητώ συγγνώμη αν σας διηγήθηκα
την επώδυνη Οδύσσειά μου, αλλά η επίκλησή σας καιρών ευτυχισμένων, με ενθάρρυνε
να το πράξω.
Παρόλο
το ότι βρίσκομαι, ήδη εδώ και 4 χρόνια, μακριά από τη Θεσσαλονίκη, είμαι σε
επαφή με φίλους εκεί κάτω. Η κατάσταση
σε κείνη τη δυστυχή χώρα είναι ακόμη πάρα πολύ σοβαρή εξαιτίας της σύγκρουσης
των δύο αντιμαχόμενων στρατοπέδων: του άγγλο-σαξονικού και του ρωσικού. Στην Αθήνα παρατηρείται μια κάποια επανάκαμψη
των δραστηριοτήτων, αλλά στη Μακεδονία είναι σε πλήρη δράση το αντάρτικο και η
καταστροφή ώστε οι επικοινωνίες πλέον να είναι ανύπαρκτες. Η μοναδική σιδηροδρομική γραμμή Θεσσαλονίκης
- Αθήνας είναι τελείως διαλυμένη και η οδική αρτηρία, είτε λόγω της καταστροφής
των τεχνικών έργων είτε λόγω της απειλής από τις ομάδες των εξεγερμένων έχει
εγκαταλειφτεί εντελώς και όλες οι μεταφορές έχουν πλήρως ακινητοποιηθεί. Για να σας δώσω μια ιδέα: στοιχίζει
περισσότερο η μεταφορά ενός τόν(ου) από τον Πειραιά στη Θεσσαλονίκη (δια
θαλάσσης) απ’ ότι η διαπεραίωση Πειραιάς Γένοβα!
Σε
τέτοιες συνθήκες που δυστυχώς δεν δείχνουν σημάδια βελτίωσης, μου φαίνεται
αρκετά δύσκολο να σφυρηλατηθούν δεσμοί για το σχέδιό σας, το οποίο θα έπρεπε να
κατορθώσει να περάσει τα απαραίτητα για την επίτευξή του διασχίζοντας τις δύο
ζώνες, οπλισμένες ακόμα η μία εναντίον της άλλης. Ο κόσμος των Βαλκανίων, εμπροσθοφυλακή της
Ρωσίας, πιέζει με το τρομερό του βάρος τα σύνορα της Ελλάδας και της Τουρκίας
από την Αδριατική μέχρι τη Μαύρη Θάλασσα.
Και το χάραμα καλύτερων καιρών μου φαίνεται ακόμη μακρινό.
Η
χρησιμότητα του σχεδίου σας είναι προφανής, αλλά η τρέλα των ανθρώπων
μετατρέπει σε ερείπια περιοχές που θα μπορούσαν να είναι ανοιχτές στον
πολιτισμό. Ωστόσο δεν πρέπει να
απελπιζόμαστε· σε λίγες μέρες ίσως γίνει αποδεκτή η συνθήκη της ειρήνης: στο
Παρίσι ετοιμάζεται μία σύνοδος όπου οι «μεγάλοι» ίσως καταλήξουν σε συμφωνία·
ίσως μας παραχωρήσουν και μας, τους Ιταλούς της Ελλάδας, το δικαίωμα να
επιστρέψουμε στα κακοπαθημένα μας ειρηνικά έργα ή έστω ανοίξει και πάλι στην
Ελλάδα μια ιταλική διπλωματική αντιπροσωπεία.
Όλα αυτά θα μπορούσαν να σημάνουν την απαρχή καλύτερων καιρών· με την
ηρεμία να επιστρέφει στη Μακεδονία, θα είναι δυνατό να δοθεί στο, τόσο
ενδιαφέρον, σχέδιό σας η έναρξη της πραγματοποίησής του.
Δεδομένης
της απουσίας όλων των Ιταλών από την Ελλάδα δε βλέπω ποιον θα μπορούσα να σας
υποδείξω ως πρόσωπο εμπιστοσύνης, αλλά εν όψει του γεγονότος πως, για την ώρα,
η υπόθεση μου φαίνεται πρώιμη, δε θα παραλείψω να παρακολουθήσω από κοντά το
ζήτημα, ώστε να το επανεξετάσω μόλις ωριμάσει κάποιο ευνοϊκό δεδομένο. Αν θα μπορούσα όμως να σας είμαι χρήσιμος για
οτιδήποτε, εδώ στο Μιλάνο, σας παρακαλώ να κάνετε χρήση της διαθεσιμότητάς μου·
θα μου έδινε επίσης μεγάλη ευχαρίστηση, στην περίπτωση που βρεθείτε στα μέρη
μας, να σας σφίξω και πάλι το χέρι.
Η
φτωχή μας Ιταλία, παρασυρμένη σ’ αυτόν τον άθλιο πόλεμο εξαιτίας της τρέλας
μερικών καταραμένων, βγαίνει απ’ αυτόν σε άσχημες συνθήκες· θα πρέπει να
σχεδιαστούν τεράστια έργα σε όλη την επικράτεια και πιθανόν φωτισμένοι οδηγοί
όπως εσείς, με τη μεγάλη σας εμπειρία, θα μπορούσαν να βοηθήσουν στη διάσωσή μας
από αυτό το χάος και τη δυστυχία. Σε
κάθε περίπτωση, σας εύχομαι κάθε τι καλό.
Δυσαρεστημένος γιατί αυτή μου η επιστολή απαντά, ακούσια,
με τόση καθυστέρηση στη φιλική δική σας και παραμένοντας πλήρως στη διάθεσή
σας, παρακαλώ δεχτείτε, αγαπητέ μηχανικέ, τους πιο εγκάρδιους και ξεχωριστούς
χαιρετισμούς μου.
Προς τον μηχ(ανικό) Τζάκομο Μπουονόμο
Λεωφ. Βιτόριο Εμμανουέλε – 397
Ν Α Π Ο Λ Ι
Λεωφ. Βιτόριο Εμμανουέλε – 397
Ν Α Π Ο Λ Ι
Εικόνα 2: Αντίγραφον επιστολής
Εικόνα 4: Fulvia Rimini - Morpurgo |
Εικόνα 5: Giorgio-David Moise Morpurgo |
B.
Σύστασις Ομορρύθμου Εμπορικής εταιρείας M.
Morpurgo, 4/7/1938
Αριθμός 13547
Σύστασις Ομορρύθμου Εμπορικής εταιρείας
Δραχμών 1.000.000
Εν Θεσσαλονίκη σήμερον την τετάρτην (4) του
μηνός Ιουλίου του χιλιοστού εννεακοσιοστού τριακοστού ογδόου (1938) έτους ημέραν
Δευτέραν εν τοις γραφείοις των κατωτέρω συμβαλλομένων της ιδιοκτησίας αυτών των
ιδίων ένθα κληθείς σήμερον μετέβην ενώπιον εμού του Συμβολαιογράφου
Θεσσαλονίκης Ιωάννη Γ. Κατρανά ενταύθα κατοικοεδρεύοντος και των μαρτύρων
Ελλήνων πολιτών γνωστών μοι και μη εξαιρετέων Ιωσήφ Χαΐμ Μπρούδο και Μωϋσσέως
Ηλία Αρδίττη αμφοτέρων ιδιωτικών υπαλλήλων κατοίκων αμφοτέρων Θεσσαλονίκης ενεφανίσθησαν οι γνωστοί μοι και μη
εξαιρετέοι Μωϋσσής Δαυΐδ Μορπούργο και Γεώργιος Μωϋσσέως Μορπούργο ασφαλισταί
αμφότεροι κάτοικοι Θεσσαλονίκης και εδήλωσαν ότι από του έτους χίλια εννεακόσια
είκοσι και εφ’ εξής συστήσαντες μεταξύ των Ομμόρυθμον Εμπορικήν εταιρείαν
επιχείρουν ασφαλιστικάς πράξεις ως αντιπρόσωποι αλλοδαπών ασφαλιστικών εταιριών
και δη της εν Λονδίνω εδρευούσης Ανωνύμου Ασφαλιστικής εταιρείας υπό την
επωνυμίαν Βορρειοβρεττανική και Εμπορική Νορτ Βριτις Μερκατιλ Ασσουρανς Κομπανυ
Λιμιτεδ ήδε δε θέλοντες να επισημοποιήσωσι την συνεταιρικήν των ταύτην σχέσιν
προβαίνωσιν εις την σύνταξιν του παρόντος συμβολαίου, αποτελούντος το
καταστατικόν της εταιρείας αυτών και δηλούσιν ότι συνιστώσιν Ομόρρυθμον
Εμπορικήν εταιρείαν απαρτιζομένην εξ αυτών ως μόνων αυτής ομορρύθμων μελών και
εταίρων εδρεύουσαν εν Θεσ/νίκη υπό την επωνυμίαν Μ. Μορπούργο διεπομένην υπό
των ακολούθων όρων και συμφωνιών. 1) Σκοπός της εταιρείας είναι η ενέργεια και
η επιχείρησις εν Ελλάδι διαφόρων ασφαλιστικών πράξεων δια λογαριασμόν της εν
Λονδίνω εδρευούσης Ανωνύμου Ασφαλιστικής εταιρείας υπό την επωνυμίαν Βορρειοβρεττανική ής εταιρείας
τυγχάνουσι εν Θεσσαλονίκη γενικοί πράκτορες και αντιπρόσωποι. 2) Η διάρκεια της
εταιρείας συνωμολογείται δια πέντε έτη από της πρώτης (1) Αυγούστου ενεστώτος
έτους 1938. Εάν όμως τρεις μήνας από της λήξεως της διαρκείας αυτής, ουδείς των
συνεταίρων γνωστοποιήση προς τον έτερον την βούλησίν του όπως κατά την 31
Ιουλίου 1943 λήξει η εταιρεία αύτη θα παρατείνηται αυτοδικαίως επί μίαν άλλην
πενταετίαν συντασσομένης προς τούτο της σχετικής πράξεως παρατάσεως της
εταιρείας. 3) Αμφότεροι οι συνεταίροι υποχρεούνται να καταβάλλωσιν υπέρ του
σκοπού της εταιρείας ολόκληρον την προσωπικήν αυτών εργασίαν μη δικαιούμενοι ν’
ασχολώνται εις άλλας εργασίας εμπιπτούσας εντός του κύκλου των εργασιών της
εταιρείας. Υπελογίσθη δε από κοινού υπό των συμβαλλομένων η προσωπική αυτών
εργασία δια την εφαρμογήν και μόνον του χαρτοσήμου εις δραχμάς έν εκατομμύριον
(1.000.000). 4) Διευθυνταί και διαχειρισταί της εταιρείας ορίζονται αμφότεροι
οι συνεταίροι εκάτερος δε τούτων δικαιούται μόνος του να εκπροσωπή την
εταιρείαν ενώπιον πάσης φύσεως Δικαστηρίου είτε Πολιτικού είτε Ποινικού,
συμπεριλαμβανομένου και του Αρείου Πάγου, ενώπιον πάσης Διοικητικής ή
Δικαστικής Αρχής προβλεπομένης υφ’ οιουδήποτε των κειμένων Νόμων ενώπιον πάσης
Αρχής Δικαστικής ή Διοικητικής, να
εκπροσωπεύωσιν την εταιρείαν εις απάσας αυτής τας σχέσεις και τας
συναλλαγάς εν παντί και πάντοτε, να εισπράττη χρήματα παρά παντός Δημοσίου
Ταμείου και πάσης Τραπέζης και εν γένει παρά παντός φυσικού ή νομικού προσώπου
παρά τηςΤραπέζης της Ελλάδος να διακανονίζη παν ζήτημα αφορών την εταιρείαν
οιασδήποτε φύσεως, συναλλάγματος καταθέσεως αναλήψεων, να ενεργή πληρωμάς, να
συνάπτη και ακυροί διατησίας και συμβιβασμούς υφ’ οιουσδήποτε όρους και
συμφωνίας εγκρίνει διορίζων τους διαιτητάς και επιδιαιτητάς, να υπογράφη παν
έγγραφον δια την εταιρείαν με μόνην την υπογραφήν Μ. Μορπούργο,
συναλλαγματικάς, προς αποδοχήν έκδοσιν οπισθογράφησιν και τριτεγγύησιν αυτών
δι’ οιονδήποτε ποσόν, ομοίως γραμμάτια, φορτωτικάς, να διορίζη πληρεξουσίους
δια πάσαν υπόθεσιν της εταιρείας οιασδήποτε φύσεως και δικηγόρους και παν
έγγραφον αφορών την εταιρείαν. 5) Την 31
Δεκεμβρίου εκάστου έτους θα συντάσσηται ο ισολογισμός της εταιρείας και θα διανέμωνται τα εκ της εταιρικής
επιχειρήσεως προκύψαντα κέρδη μεταξύ των συνεταίρων ως ακολούθως: ο μεν Μωϋσσής
Μορπούργο θα λαμβάνη τα εξήκοντα εκατοστά (60/100) ο δε Γεώργιος Μορπούργο τα τεσσαράκοντα
εκατοστά (40/100). Κατά την αυτήν αναλογίαν μετέχουσιν οι συνεταίροι και εις
τας τυχόν ζημίας της εταιρείας. 6) Εν περιπτώσει θανάτου, απαγορεύσεως ή εξ
οιουδήποτε ετέρου λόγου ανικανότητος προς δικαιοπραττείν ενός των συνεταίρων επερχομένης κατά την
διάρκειαν της εταιρείας αύτη δεν θα διαλύηται αλλά συνεχίζηται υπό του ετέρου
των συνεταίρων. 7) Επερχομένης της διαλύσεως
της εταιρείας οποτεδήποτε και δι’ οιανδήποτε αιτίαν η αντιπροσωπεία της ως άνω
ασφαλιστικής εταιρείας Βορρειοβρεττανική και εν γένει η Διεύθυνσις και
επίπλωσις του γραφείου θα περιέρχωνται εις τον εκ των συνεταίρων Γεώργιον
Μορπούργον όστις θα αναλαμβάνη και άπαν το ενεργητικόν και παθητικόν της
εταιρείας. Εισεπράχθησαν δια τέλη και δικαιώματα πρωτοτύπου δραχμαί 3710. Ταύτα
συνωμολογησάντων και συναποδεξαμένων των συμβαλλομένων συνετάγη το παρόν όπερ
αναγνωσθέν ευκρινώς και μεγαλοφώνως εις επήκοον πάντων των μαρτύρων και
βεβαιωθέν νομίμως υπεγράφη παρ’ όλων και εμού ως έπεται.
Οι Συμβαλλόμενοι Δύο
υπογραφαί Γαλλιστί. Οι Μάρτυρες Ι. Μπρούδο Μ. Αρδίττη Ο Συμ/φος Θεσ/νίκης (Τ.Σ.) Ι. Γ.
Κατρανάς
Ακριβές αντίγραφον εν
Θεσσαλονίκη τη 10 Ιουλίου 1940
Ο Συμβολαιογράφος Θεσσαλονίκης
[σφραγίς, υπογραφή]
Γ’.
Πληρεξούσιον, 14/10/1941. Ο Γ. Μορπούργο διορίζει πληρεξουσίους τους Αβραάμ
Αλλαλούφ και Ιωσήφ Μπρούδο.
Αριθμός 15618
Πληρεξούσιον
Εν Θεσσαλονίκη και εν
τω επί της διασταυρώσεως των οδών Τσιμισκή και Κομνηνών αριθ. 20 κειμένω
γραφείω της ιδιοκτησίας του κ. Μορπούγο ένθα συμβολαιογραφώ σήμερον την δεκάτην
τετάρτην (14) Οκτωβρίου του χιλιοστού εννεακοσιοστού τεσσαρακοστού πρώτου
(1941) έτους, ημέραν Τρίτην ενώπιον εμού του συμβολαιογράφου Θεσ/νίκης Ιωάννου Γ. Κατρανά ενταύθα κατοικοεδρεύοντος
και των μαρτύρων Ελλήνων πολιτών γνωστών μοι και μη εξαιρετέων Αθανασίου Κωνσταντίνου Λαφαζάνη και Σαμουήλ
Χανανέλ Σαλέμ αμφοτέρων κτηματομεσιτών κατοίκων Θεσσαλονίκης. Ενεφανίσθη ο
γνωστός μοι και μη εξαιρετέος Γεώργιος Μωϋσσέως Μορπούργο, ασφαλιστής, κάτοικος
Θεσ/νίκης, ενεργών επί του προκειμένου ως ομόρρυθμον μέλος της ενταύθα
εδρευούσης Εμπορικής εταιρείας υπό την επωνυμία Μ. Μορπούργο, συσταθείσης
δυνάμει του υπ’ αριθμόν 13547 συμβολαίου
μου και υπό την εκτεθείσαν ιδιότητά του εδήλωσεν ότι διορίζει και αποκαθιστά
πληρεξουσίους, αντιπροσώπους και αντικλήτους της εν λόγω εταιρείας Μ. Μορπούργο
τους Αβραάμ Ιακώβ Αλλαλούφ και Ιωσήφ Χαΐμ Μπρούδο ιδιωτικούς υπαλλήλους
κατοίκους Θεσ/νίκης προς ούς παρέχει την εντολήν και πληρεξουσιότητα ίνα από
κοινού ή και έκαστος χωριστά εισπράττωσι χρήματα οφειλόμενα εις την εταιρείαν
παρ’ οιουδήποτε προσώπου φυσικού ή νομικού, ιδιώτου ή Τραπέζης οφειλόμενα δι’
οιανδήποτε αιτίαν και να χορηγώσι τας δεούσας εξοφλητικάς αποδείξεις, να
διευθύνωσι το γραφείον της εταιρείας κατά την απουσίαν των μελών της εταιρείας,
να ενεργώσι και πράττωσι παν ότι το συμφέρον της εταιρείας απαιτεί, να παραλαμβάνωσι
την αλληλογραφίαν συστημμένην ή μη, ταχυδρομικά δέματα, συστημμένας επιστολάς, τηλεγραφήματα, ταχυδρομικάς
επιταγάς, να καταθέττωσι χρήματα παρ’
οιαδήποτε Τραπέζη ή Υποκαταστήματι εν Θεσ/νίκη δια λογαριασμόν της εταιρείας
και να αποσύρωσι και αναλαμβάνωσι χρήματα μέχρι οιουδήποτε ποσού παρ’
οιασδήποτε Τραπέζης εν Θεσ/νίκη και Υποκαταστήματος αυτής και να υπογράφωσι
προς τον σκοπόν τούτον παν ότι απαιτείται και ήθελε ζητήσει η εν λόγω Τράπεζα,
να συμβιβάζωνται δικαστικώς ή εξωδίκως περί παντός αντικειμένου μετά τρίτων
καθορίζων το ποσόν του συμβιβασμού, να υπογράφωσι τα οικεία συμβιβαστικά
συμβόλαια, να διορίζωσι διαιτητάς και πραγματογνώμονας με οιανδήποτε εντολήν να
αναγνωρίζωσι τας αποφάσεις αυτών περί παντός αντικειμένου, να υπογράφωσι δια
λογαριασμόν της εταιρείας γραμμάτια, συναλλαγματικάς, οπισθογράφωσι τοιαύτας,
να ρυθμίζωσι κατά την απόλυτον αυτών κρίσιν οιονδήποτε ζήτημα όπερ ήθελε προκύψει κατά την εκτέλεσιν
της παρούσης πληρεξουσιότητος δια λογαριασμόν της εταιρείας, της εντολίδος
εταιρείας υποσχομένης από τούδε πλήρη αναγνώρισιν και αποδοχήν των ως άνω
πράξεων του εντολοδόχου, έχοντος ωσαύτως το δικαίωμα να διορίζωσι και άλλους
πληρεξουσίους ή δικηγόρους με τας αυτάς ως άνω εντολάς και να ανακαλώσι
τοιούτους και να παρίστανται δια λογαριασμόν της εταιρείας ενώπιον όλων εν
γένει των Ελληνικών Δικαστηρίων παντός βαθμού και δικαιοδοσίας και του Αρείου
Πάγου ως και κατά την ενώπιον του κ. Προέδρου διαδικασίαν και ενώπιον παντός
εισηγητού, δικαστού και πάσης άλλης Δικαστικής, Διοικητικής Αρχής και
αντιπροσωπεύουσι αυτήν ως ενάγουσαν ή εναγομένην και υφ’ όλας εν γένει τας
ιδιότητας του διαδίκου, ενεργώσι προς υποστήριξιν των δικαίων του πάσας τας
πράξεις τας διαγραφομένας εν τοις άρθροις 95 και 96 της Πολιτικής Δικονομίας.
Εισεπράχθησαν τέλη και δικαιώματα πρωτοτύπου δραχμαί διακόσιαι. Εφ’ ώ προς
βεβαίωσιν συνετάγη το παρόν όπερ αναγνωσθέν και βεβαιωθέν νομίμως υπεγράφη παρ’
όλων και εμού ως έπεται.
Ο Εντολεύς Οι
Μάρτυρες
Γ. Μ. Μορπούργο Α. Λαφαζάνης
Σ. Σαλέμ
Ο Συμβολαιογράφος Θεσ/νίκης
(Τ.Σ.) Ι. Γ. Κατρανάς
Ακριβές αντίγραφον εν Θεσσαλονίκη αυθημερόν
Ο
Συμβολαιογράφος Θεσσαλονίκης
[σφραγίς, υπογραφή]
Δ’.
Πληρεξούσιον, 10/4/1943. Ο Γ. Μορπούργο διορίζει
πληρεξούσιον τον Θεόδωρον Κ. Θεοδώρου.
Αριθμός
16385
Πληρεξούσιον
Εν Θεσ/νίκη και εν τω ενταύθα και επί της
διασταυρώσεως των οδών Τσιμισκή και Κομνηνών αριθ.20 κειμένω γραφείω του
κατωτέρω εντολέως ένθα κληθείς μετέβην, σήμερον την 10ην Απριλίου
του χιλιοστού εννιακοσιοστού
τεσσαρακοστού τρίτου 1943 έτους, ημέραν Σάββατον, ενώπιον εμού του
συμβολαιογράφου Ιωάννου Γ. Κατρανά, ενταύθα κατοικοεδρεύοντος και των μαρτύρων Ελλήνων πολιτών γνωστών μοι
και μη εξαιρετέων Μιχαήλ Ιωάννου Χατζηνικολάου, και Ιορδάνους Πέτρου
Γεωργιάδου, του μεν εμπόρου του δε λογιστού, κατοίκων Θεσ/νίκης, ενεφανίσθη ο
γνωστός μοι και μη εξαιρετέος Γεώργιος
Μωϋσσέως Μορπούργο, ασφαλιστής, κάτοικος Θεσ/νίκης ενεργών επί του προκειμένου ως ομόρρυθμον μέλος της ενταύθα
εδρευούσης Εμπορικής Εταιρείας υπό την επωνυμίαν «Μ. Μορπούργο» συσταθείσης
δυνάμει του υπ’ αριθμόν 13547 εταιρικού συμβολαίου και υπό την εκτεθείσαν
ταύτην ιδιότητά του εδήλωσεν ότι διορίζει και αποκαθιστά πληρεξούσιον,
αντιπρόσωπον και αντίκλητον της εν λόγω εταιρείας «Μ. Μορπούργο» τον Θεόδωρον
Κων/ντίνου Θεοδώρου, ασφαλιστήν, κάτοικον Θεσ/νίκης, προς όν παρέχει την
εντολήν και πληρεξουσιότητα, όπως εισπράττη χρήματα οφειλόμενα εις την
εταιρείαν παρ’ οιουδήποτε προσώπου
φυσικού ή νομικού ιδιώτου, εταιρείας, Τραπέζης, οφειλόμενα εις αυτήν δι’
οιονδήποτε λόγον και αιτίαν και να χορηγή τας δεούσας εξοφλητικάς αποδείξεις,
να διευθύνη το γραφείον της εταιρείας κατά την απουσίαν των μελών της
εταιρείας, να ενεργή και να πράττη παν ότι το συμφέρον της εταιρείας απαιτεί,
να εξοφλή επιταγάς παντός είδους και εντολάς προς πληρωμήν και να δίδη τας
σχετικάς αποδείξεις, να παραλαμβάνη την αλληλογραφίαν της εταιρείας συστημμένην
ή μη, ταχυδρομικά δέματα, συστημμένας επιστολάς, τηλεγραφήματα, ταχυδρομικάς
επιταγάς και εξοφλή ταύτας, να καταθέττη χρήματα παρ’ οιαδήποτε Τραπέζη ή
Υποκαταστήματι εν Θεσ/νίκη δια λογαριασμόν της εταιρείας. να αποσύρη και
αναλαμβάνη χρήματα μέχρι οιουδήποτε ποσού
από οιανδήποτε εν Θεσ/νίκη Τράπεζαν ή Υποκαταστήματος αυτής
και να υπογράφη προς τον σκοπόν τούτον παν ότι απαιτείται και ήθελε ζητήσει η
εν λόγω Τράπεζα, να συμβιβάζηται δικαστικώς ή εξωδίκως περί παντός αντικειμένου
μετά παντός τρίτου καθορίζων το ποσόν
του συμβιβασμού και να υπογράφη τα απαιτούμενα συμβόλαια συμβιβασμού, να
διορίζη διαιτητάς και πραγματογνώμονας με οιανδήποτε εντολήν και να αναγνωρίζη τας αποφάσεις αυτών περί παντός
αντικειμένου και να πράττη και παν ότι άλλο κρίνει σκόπιμον δια τα συμφέροντα
της εταιρείας.
Εισεπράχθησαν δια τέλη και δικαιώματα
πρωτοτύπου δραχμαί χίλιαι εννιακόσιαι τριάκοντα. Εφ’ ώ προς βεβαίωσιν συνετάγη
το παρόν επί δύο φύλλων χαρτοσήμου, όπερ αναγνωσθέν και βεβαιωθέν νομίμως
υπεγράφη παρ’ όλων και εμού ως έπεται.
Ο Εντολεύς Οι Μάρτυρες
Γ. Μορπούργο Μ. Ι.
Χατζηνικολάου
Ι. Π. Γεωργιάδης
Ο Συμβολαιογράφος Θεσ/νίκης
(Τ.Σ.) Ι.
Κατρανάς
Ακριβές αντίγραφον εν Θεσ/νίκη τη 15η
Απριλίου 1943
Ο
Συμβολαιογράφος Θεσ/νίκης
[σφραγίς,
υπογραφή]
Επίμετρο
Η επιστολή, η οποία
δημοσιεύεται μεταφρασμένη από το ιταλικό αντίγραφο, αποτελεί απάντηση στην
αντίστοιχη του «αγαπητού μηχανικού» Giacomo Buonomo[1],
την οποία έλαβε ο Giorgio
Morpurgo στο Μιλάνο, μέσω Θεσσαλονίκης, στις 26
Ιουνίου 1947 και περιέχει ένα ενδιαφέρον
κείμενο σχετικό, τόσο με τις πολεμικές
και κατοχικές δοκιμασίες της οικογένειας Morpurgo, όσο και με την ιστορία της
Ελλάδος, προπάντων αυτήν της Θεσσαλονίκης. Από την ανάγνωση της επιστολής
προκύπτει ότι οι δύο άνδρες γνωρίζονταν από παλιά και είχαν κρατήσει, έκτοτε,
καλή εικόνα ο ένας για την προσωπικότητα
και τον χαρακτήρα του άλλου. Από μία, ελλειπή, αναζήτηση στοιχείων για τον Giacomo Buonomo προκύπτει ότι πρόκειται για
ένα μηχανικό και μελετητή ο οποίος, στο πρώτο μισό του εικοστού αιώνος,
εκινήθη σε υψηλό επαγγελματικό επίπεδο
και οι μελέτες του φαίνεται ότι υπήρξαν σημαντικές και πρωτοποριακές για την
εποχή τους, καθώς εξακολουθούν να απασχολούν τους ειδικούς και σήμερα - έναν
αιώνα μετά την δημοσίευσή τους. Ασχολήθηκε με θέματα σχετικά με τις οδούς, τους
σιδηροδρόμους και τα λιμάνια της Ιταλίας, αλλά και με ζητήματα αναφορικά με την
Ανατολική Αφρική (μελέτη για την ανάπτυξη της Αιθιοπίας στον 20ό αιώνα και για
τις οδούς της Ανατολικής Ιταλικής Αφρικής). Φαίνεται, όμως, ότι η σημαντικότερη
εργασία του αφορούσε την σύνδεση Ρώμης - Κωνσταντινουπόλεως μέσω των Βαλκανίων
και τη σύνδεση λιμένος της Ιταλίας με την Αυλώνα και, μέσω της Διαβαλκανικής
αρτηρίας, την επικοινωνία της Ιταλίας με τους λιμένες της Μαύρης Θάλασσας. Κατ’
αυτόν τον τρόπο, αφενός θα ελύνοντο θέματα στρατιωτικής φύσεως, αναφορικά με
τις γεωπολιτικές επιδιώξεις της Ιταλίας και αφετέρου θα προωθούνταν ευκολότερα
και γρηγορότερα πρώτες ύλες ή καταναλωτικά προϊόντα αντιστοίχως. Υπ’ αυτήν την
έννοια είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι ένας εξαιρετικός μηχανικός προκειμένου
να συζητήσει την υλοποίηση ενός σημαντικού σχεδίου του, απευθύνεται στον Giorgio Morpurgo. Την άποψή μου ότι η
πρόταση του Giacomo
Buonomo προς τον Giorgio ήταν
σχετική με την παλαιά Διαβαλκανική στις μεταπολεμικές συνθήκες τώρα πλέον,
ενισχύει το γεγονός
ότι στην απάντησή του ο G.
επιλέγει να περιγράψει και να γνωστοποιήσει στον Buonomo συγκεκριμένα μόνον την κατάσταση των οδικών επικοινωνιών και της
σιδηροδρομικής γραμμής της Ελλάδος.
Πριν απαντήσει στην πρόταση, την οποία φαίνεται πως περιείχε η επιστολή
του Buonomo
προς αυτόν, ο Giorgio
αισθάνεται την ανάγκη να ενημερώσει συνοπτικά τον παλαιό γνώριμο των καλών
ημερών για όσα συνέβησαν στην οικογένειά του τα δύσκολα χρόνια του πολέμου και της
κατοχής. Ο πατέρας του, ο λαμπρός Moise Morpurgo, πέθανε τον Οκτώβριο του
1940 ενώ ο ίδιος ο Giorgio με την σύζυγό του Fulvia έμειναν - ως Ιταλοί υπήκοοι
- έγκλειστοι από τις Ελληνικές αρχές σε στρατόπεδο συγκεντρώσεως κατά την
διάρκεια «έξι σκληρών μηνών», από τον Οκτώβριο του 1940 μέχρι τον Απρίλιο του
1941. Τα επόμενα δύο χρόνια στην Θεσσαλονίκη, ως εβραίοι, έζησαν κάτω από την
διαρκή απειλή των Γερμανών κατακτητών. Αναγκάστηκαν, προβλέποντας τις
δραματικές εξελίξεις, να διαφύγουν κατ’ αρχήν στην Ιταλία και εν συνεχεία,
αντιμετωπίζοντας και εκεί τα αντισημιτικά μέτρα των ναζί και των φασιστών,
μετακινήθηκαν στην Ελβετία, μία χώρα ασφαλή για τους εβραίους κατά την διάρκεια
του πολέμου. Αυτές οι δύο μετακινήσεις σώζουν, κάθε φορά, τη ζωή των μελών της οικογένειας
Morpurgo
και πραγματοποιούνται χάρις στην
διορατικότητα του Giorgio
αλλά και στην δυνατότητα της οικογένειας
να διαθέτει τις κατάλληλες διασυνδέσεις
και τα απαραίτητα χρήματα για να αντιμετωπισθούν τα πολύπλοκα προβλήματα των
ταξιδιών και των μετεγκαταστάσεων, τα οποία προέκυπταν στις συνθήκες εκείνης
της εποχής. Εκεί, στην Ελβετία, κλείνει η οδύσσεια της οικογένειας όπως άρχισε:
με ένα θάνατο. Η Fulvia
πεθαίνει το 1945 μετά από μια «σκληρή αρρώστια» [καρκίνος
του στήθους] και ο Giorgio υφίσταται το δεύτερο αμείλικτο χτύπημα μετά
τον θάνατο του «λατρευτού του πατέρα», πέντε χρόνια ενωρίτερα. Από το 1945 η
οικογένεια εγκαθίσταται στο Μιλάνο και ο Giorgio έχει μαζί του την μητέρα
του και τους δύο γιους του από τον γάμο του με την Fulvia: τον πρώτο, τον Fabio και τον δεύτερο, τον Claudio.
Τα μέλη της
οικογένειας Morpurgo
στην Θεσσαλονίκη από την εγκατάστασή τους ήταν - και παρέμειναν - Ιταλοί
υπήκοοι και ο Moise
Morpurgo
υπήρξε ένα από τα επιφανέστερα μέλη της Ιταλικής παροικίας αλλά και όλης της
Ισραηλιτικής Κοινότητος της Θεσσαλονίκης. Από την αλληλογραφία του Giorgio με την Fulvia και από τα κείμενα των
επιστολών του πρώτου, φαίνεται ότι ο G. νοιώθει υπερήφανος ως Ιταλός- νοιώθει Ιταλός ως το κόκαλο - ενώ διαχρονικά παραμένει αμερόληπτος
παρατηρητής ανάμεσα στους Έλληνες, τους Βούλγαρους και τους Τούρκους και στις
διεκδικήσεις των τριών αντιστοίχων κρατών, αναφορικά με την Μακεδονία και την
πόλη του, την Θεσσαλονίκη. Αυτή η στάση άλλωστε τον οδήγησε, αυτόν τον μόνο γιο
μιας από τις πλουσιότερες οικογένειες της Θεσσαλονίκης, να καταταγεί στον
Ιταλικό στρατό και να πολεμήσει στην διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ενώ θα
ήταν εύκολο να αποφύγει την στράτευση και τους κινδύνους του πολέμου. Από τις
επιστολές επίσης προκύπτει ότι ο G. δεν αναφέρεται στην εβραϊκή του ιδιότητα
την δική του ή της οικογενείας του. Απουσιάζουν δηλαδή από τα κείμενα των
επιστολών ειδήσεις σχετικές με τις εβραϊκές εορτές ή τελετές τόσον τις
οικογενειακές όσον και αυτές της Κοινότητος. Ο Giorgio τελειώνει
ιταλικό σχολείο στην Θεσσαλονίκη και ως έφηβος ζει πέντε χρόνια στο εξωτερικό -
τα τρία τελευταία στο Λονδίνο. Έμαθε να ζει με τον τρόπο των ευγενών [των
πριγκίπων] των ακμαίων και προηγμένων πόλεων της Ευρώπης και μοιάζει ο δημόσιος
χαρακτήρας της ζωής του ως πολίτη να καλύπτει
επιμελώς και να κρατάει καλά ελεγχόμενο το ιδιωτικό θέμα, αυτό της
θρησκείας του.
Από το 1913
επανέρχεται στη Θεσσαλονίκη και μετά το τέλος του πρώτου παγκοσμίου πολέμου ζει
σε αυτήν με τους γονείς του – αργότερα στην οικογένεια προστίθεται η Fulvia, η
γυναίκα του, και οι δύο γιοι τους. Εκτιμώ ότι η ενήλικη ζωή του κοντά στην
οικογένειά του και μέσα στο πλήθος των ομοθρήσκων, έφερε στην συνείδησή του και βαθμιαία
διαμόρφωσε καίρια ζητήματα της ταυτότητάς του: ο Giorgio εδώ στη πόλη του, την μητέρα του Ισραήλ,
ωρίμασε και ως εβραίος. Έτσι, στην επιστολή του, θα γράψει αυτές τις γραμμές,
όταν αναφέρεται στα μέλη της Κοινότητος: « Την
ίδια ώρα 45.000 δικοί μας, δυστυχισμένοι ομόθρησκοί μας, εκτοπίζονταν και
χάνονταν στην Πολωνία! Αντίκρισα έτσι, μέσα σε λίγες εβδομάδες, φίλους,
συγγενείς, συνεργάτες και υπαλλήλους να αναχωρούν προς το βέβαιο θάνατο και να
καταρρέει το εξαιρετικό μας έργο, καρπός του μόχθου τριών γενεών Μορπούργο». Εδώ
δεν γράφει ένας γόνος μιας από τις
μυθικές οικογένειες της Θεσσαλονίκης – εδώ, κάτω από τις γραμμές, χτυπάει η
καρδιά ενός εβραίου, ο οποίος αισθάνεται τον πόνο των ομοθρήσκων του. Εδώ
ακούγεται ο συγκρατημένος θρήνος ενός εβραίου για τους συμπολίτες του εβραίους
- για όλα τα θύματα της Κοινότητος αλλά και όλα τα θύματα του ολοκαυτώματος.
Στο δεύτερο μέρος της
επιστολής του ο Giorgio
αναφέρεται στο επιχειρηματικό σχέδιο το οποίον προφανώς περιέγραφε στην
επιστολή του προς αυτόν ο μηχανικός Giacomo Buonomo. Διαπιστώνει ότι το σχέδιο του αποστολέως -
μηχανικού είναι χρήσιμο και θα μπορούσε
να πραγματοποιηθεί σε μελλοντικούς καιρούς ειρήνης της Ελλάδος. Σημειώνει στον
Βουονόμο ότι, παρότι λείπει από την Θεσσαλονίκη τα τελευταία 4 χρόνια, είναι
«σε επαφή με φίλους εκεί κάτω» και τον ενημερώνει συνοπτικά για τις συνθήκες οι
οποίες επικρατούν στη Ελλάδα μετά την κατοχή. Ο εμφύλιος πόλεμος, γράφει,
αυτή την περίοδο βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη σε ολόκληρη την Ελλάδα, ιδιαίτερα στη Μακεδονία, και οι
οδικές καθώς και οι σιδηροδρομικές επικοινωνίες «είναι ανύπαρκτες» αυτή την
περίοδο.
Ενδιαφέρον
παρουσιάζει η ερμηνεία του ελληνικού εμφυλίου, την οποία αποπειράται στην
επιστολή του ο G.
Μ.. Αποδίδει τον εμφύλιο στην σύγκρουση των «δύο αντιμαχομένων στρατοπέδων: του
αγγλο – σαξονικού και του ρωσικού» και συμπληρώνει παρακάτω: «Ο κόσμος των
Βαλκανίων, εμπροσθοφυλακή της Ρωσίας, πιέζει με το τρομερό του βάρος τα σύνορα
της Ελλάδας και της Τουρκίας από την Αδριατική μέχρι τη Μαύρη Θάλασσα.». Θεωρεί
επομένως ως βασική αιτία του εμφυλίου την γειτνίαση της Ελλάδος στα Βαλκάνια με
τα κράτη, στα οποία, μετά τον πόλεμο, οι κομμουνιστές κατέχουν την εξουσία ενώ
η ίδια η Ελλάδα παραμένει στον δυτικό κόσμο – τον αντίθετο πόλο.
Στην ερμηνεία της
αιτίας του ελληνικού εμφυλίου προστίθεται και η εκτίμηση, την οποία κάνει ο
επιστολογράφος για την πιθανή διάρκεια του πολέμου. Αναφέρεται στις παρούσες
συνθήκες στην Ελλάδα «που δυστυχώς δεν δείχνουν σημάδια βελτίωσης» και ακόμα
μία φορά, παρακάτω, εκτιμά ότι «το χάραμα καλύτερων καιρών του φαίνεται ακόμη
μακρινό.». Διευκρινίζω ότι ο Giorgio γράφει
την επιστολή τον Ιούνιο του 1947 και, εκ των υστέρων, φαίνεται ότι ορθώς
προλέγει πως θα αργήσουν να έρθουν καλύτερες μέρες – θα χρειασθεί να περάσουν
διόμισυ ολόκληρα χρόνια σκληρού εμφυλίου πολέμου μέχρι να σιγήσουν τα
όπλα.
Σημειώνω, επί πλέον, δύο
παρατηρήσεις οι οποίες προκύπτουν από την επιστολή και αναφέρονται στην
προσωπικότητα του Giorgio Morpurgo. Η πρώτη: παρότι κρατήθηκε από τις Ελληνικές
Αρχές έξι μήνες φυλακισμένος σε στρατόπεδο συγκεντρώσεως και από τις ίδιες
Αρχές δεν του επιτρέπεται ακόμα να επιστρέψει στο σπίτι του και στην εργασία
του για διάστημα μεγαλύτερο από διόμισυ έτη μετά το τέλος του πολέμου, εν
τούτοις στην επιστολή δεν υπάρχει ούτε μία γραμμή με την οποία να καταφέρεται
εναντίον της Ελλάδος. Σημειώνει χαρακτηριστικά:
«η σύζυγός μου και εγώ εγκλειστήκαμε από τους Έλληνες, στους οποίους
είχε επιτεθεί ο Μουσολίνι, σε στρατόπεδο συγκέντρωσης» και η φράση ακούγεται
περισσότερο σαν ένας λόγος κατανοήσεως απέναντι στην συγκεκριμένη πράξη των
Ελλήνων, υποχρεωμένων άλλωστε να προστατευθούν με κάθε τρόπο απέναντι στην
επίθεση του δικτάτορα. Άλλωστε στην παραπάνω φράση ο Giorgio επιλέγει να χρησιμοποιήσει
το όνομα του Μουσολίνι ως επιτιθέμενου
και όχι της πατρίδας του, της Ιταλίας – φαίνεται να διευκρινίζει ότι αυτός
ο φασίστας ήταν που επετέθη στους Έλληνες. Η δεύτερη παρατήρηση: ο Giorgio κλείνει την επιστολή του με
μία συνοπτική αλλά καίρια αναφορά στην Ιταλία. «Η φτωχή μας Ιταλία» - είναι η
κοινή πατρίδα των δύο παλαιών γνωρίμων - και αυτή, τώρα, βγήκε από τον πόλεμο και
πορεύεται μέσα «στο χάος και την δυστυχία». Όπως πάντα και τώρα ο Giorgio κρατάει το μέρος της
καρδιάς για την Ιταλία, την πατρίδα του.
Μαζί με την επιστολή
δημοσιεύονται τρία έγγραφα σχετικά με την Εταιρεία των Morpurgo, τα οποία περιέχουν
στοιχεία για την οικογένεια και συμπληρώνουν χρονικά τις πληροφορίες της
δημοσιευόμενης παραπάνω επιστολής. Πρόκειται για ένα ακριβές αντίγραφο του
συμβολαίου της Συστάσεως της Ομορρύθμου
Εμπορικής εταιρείας [M.
Morpurgo] και δύο Πληρεξούσια. Με τους ελληνικούς τύπους
των ονομάτων τους οι «Μωϋσσής Δαυΐδ Μορπούργο και Γεώργιος Μωϋσσέως Μορπούργο»
την 4 Ιουλίου 1938, ενώπιον του συμβολαιογράφου και των μαρτύρων, προβαίνουν
στην σύνταξη συμβολαίου προκειμένου να επισημοποιήσουν την υφισταμένη μεταξύ
τους, από του έτους 1920, Ομόρρυθμον
Εμπορικήν εταιρείαν [2].
Σκοπός της εταιρείας είναι «η
επιχείρησις εν Ελλάδι διαφόρων ασφαλιστικών πράξεων δια λογαριασμόν της εν
Λονδίνω εδρευούσης Ανωνύμου Ασφαλιστικής εταιρείας υπό την επωνυμίαν
Βορρειοβρεττανική [North
British
and
Mercantile
Insurance
Company
Limited,
Londres] τής
εταιρείας τυγχάνουσι γενικοί πράκτορες και αντιπρόσωποι.». Από την διατύπωση στο εισαγωγικό τμήμα του
συμβολαίου ότι οι Morpurgo
«επιχείρουν ασφαλιστικάς πράξεις ως αντιπρόσωποι αλλοδαπών ασφαλιστικών
εταιριών και δη της εν Λονδίνω … Βορρειοβρεττανικής…» προκύπτει ότι εις το
παρελθόν υπήρξαν πράκτορες και άλλων ασφαλιστικών εταιρειών εκτός της
Βορειοβρετανικής. Με το παρόν συμβόλαιον φαίνεται ότι θα ενεργούν ασφαλιστικές
πράξεις για λογαριασμό αποκλειστικώς της Βορειοβρετανικής. Όμως κατά την διάρκεια της κατοχής, εκ των
πραγμάτων, καθίσταται αδύνατη η συνεργασία του Giorgio Morpurgo με εταιρεία αγγλικών
συμφερόντων και τότε αναλαμβάνει ως γενικός πράκτωρ της Ανωνύμου Γαλλικής
Ασφαλιστικής Εταιρίας LA
CONCORDE,
όπως φαίνεται από το παρακάτω δημοσιευόμενο Ασφαλιστήριον κατά ζημιών πυρός,
του έτους 1942.
Σύμφωνα με το
ιδρυτικό συμβόλαιο διευθυντές και διαχειριστές της εταιρίας ορίζονται οι δύο συνεταίροι και έχουν ο
καθένας τα ίδια ακριβώς δικαιώματα στην εκπροσώπηση και στην διαχείριση της
εταιρείας. Υπάρχουν όμως δύο, τουλάχιστον, σημεία τα οποία δείχνουν την
εκτίμηση και τον μεγάλο σεβασμό του γιου προς τον πατέρα, του Giorgio προς τον Moise Morpurgo. Δείγμα σεβασμού αποτελεί
το γεγονός ότι η επωνυμία της εταιρείας είναι M. Morpurgo και παραμένει η ίδια και
μετά τον θάνατο του Moise.
Δείγμα εκτιμήσεως προς τις ικανότητες του πατέρα του και μαζί σεβασμού αποτελεί
η διανομή των κερδών: ορίζεται ποσοστό 60% για τον πατέρα και 40% για τον Giorgio. Αναλόγως, στο άρθρο 7
ορίζεται ότι, οποτεδήποτε και αν διαλυθεί η εταιρεία, η αντιπροσωπεία της
Βορειοβρετανικής καθώς και το ενεργητικό και παθητικό της εταιρείας M. Morpurgo θα περιέρχεται στον Giorgio Morpurgo και αυτό αποτελεί δείγμα
στοργής και ενδιαφέροντος από τον πατέρα προς τον γιο.
Στο πρώτο χρονολογικά
πληρεξούσιο, αυτό της 14ης Οκτωβρίου 1941, ο Γεώργιος Μορπούργο
«διορίζει και αποκαθιστά πληρεξουσίους, αντιπροσώπους και αντικλήτους
της…εταιρείας Μ. Μορπούργο τους Αβραάμ Ιακώβ Αλλαλούφ και Ιωσήφ Χαΐμ Μπρούδο
ιδιωτικούς υπαλλήλους» προς τους οποίους παρέχει την εντολή και την
πληρεξουσιότητα είτε από κοινού είτε και χωριστά ο καθένας να διευθύνει το
γραφείο και την λειτουργία της εταιρείας. Το γεγονός ότι οι δύο ορισθέντες
αντιπρόσωποι είναι απαραίτητο να γνωρίζουν καλά την λειτουργία μίας μεγάλης
ασφαλιστικής εταιρείας καθώς επίσης και
ότι το επάγγελμα και των δύο, το οποίον αναφέρεται στο Συμβόλαιο, είναι
αυτό του ιδιωτικού υπαλλήλου με οδηγεί στο συμπέρασμα πως, πολύ πιθανόν, οι
αναφερόμενοι δύο εβραίοι εργάζονταν στην Εταιρεία M. Morpurgo και ήταν έμπιστοι
συνεργάτες του Giorgio.
Επισημαίνεται ότι ο Ιωσήφ Χαΐμ Μπρούδο, ο ένας εκ των δύο ορισθέντων αντιπροσώπων,
υπογράφει ως μάρτυρας, 3 χρόνια ενωρίτερα, στο ιδρυτικό συμβόλαιο της εταιρείας
Μ. Μορπούργο.
Με το δεύτερο
Πληρεξούσιο, το οποίον συντάσσεται στις 10 Απριλίου 1943, ο Γεώργιος Μορπούργο
«διορίζει και αποκαθιστά πληρεξούσιον, αντιπρόσωπον και αντίκλητον
της…εταιρείας Μ. Μορπούργο τον Θεόδωρον Κων/ντίνου Θεοδώρου, ασφαλιστήν…» ώστε
ο δεύτερος να έχει το δικαίωμα να
διευθύνει και να χειρίζεται όλα τα ζητήματα και τις υποθέσεις της Εταιρείας. Η
σύνταξη του Πληρεξουσίου γίνεται στην κρισιμότερη χρονική περίοδο του ελληνικού
εβραϊσμού κατά την διάρκεια όλων των αιώνων της παρουσίας του στην Θεσσαλονίκη.
Οι εβραίοι από τα γκέτο, μέσω του Στρατοπέδου Χιρς, στοιβάζονται με την βία στα
τραίνα και οδηγούνται μακριά από την πόλη τους. Μερικοί εβραίοι,
όσοι είναι Ιταλοί [όπως οι Μορπούργο] είτε Ισπανοί υπήκοοι, προσωρινά, δεν
εκτοπίζονται. Παραμένουν στην πόλη και ζουν σε μία απροσδιόριστη και ανασφαλή
κατάσταση αβεβαιότητος, βλέποντας να χάνεται η κοινότητα των ομοθρήσκων τους – να
εκτοπίζεται το ένα πέμπτο του συνολικού πληθυσμού της πόλεως. Ο Giorgio, μερικούς μήνες πριν από
την πολιτική και στρατιωτική μεταστροφή της Ιταλίας, φροντίζει να αναθέσει την
διεύθυνση της Εταιρείας στο συνάδελφό του ασφαλιστή, τον χριστιανό Θ. Θεοδώρου.
Η άλλοτε συμβατική φράση του Συμβολαίου «να διευθύνη [ο πληρεξούσιος] το
γραφείον της εταιρείας κατά την απουσίαν των μελών της εταιρείας» σύντομα
πρόκειται να αποκτήσει το πραγματικό της νόημα. Ο Giorgio ρυθμίζει τις επαγγελματικές
του υποθέσεις και προετοιμάζει τις απαραίτητες κινήσεις ώστε συντόμως να
μετακινηθεί οικογενειακώς, όπως έχει αποφασίσει, προς στην Ιταλία.
Η βίλλα της
οικογενείας Morpurgo στην Θεσσαλονίκη, ετέθη για
ένα διάστημα, ως εχθρική περιουσία, υπό την μεσεγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου και το έτος 1950 αποδόθηκε στον Giorgio καθώς
την είχε κληρονομήσει από την μητέρα του, μετά τον θάνατο εκείνης, κατά το έτος
1948. Η βίλα Morpurgo κτίστηκε από τον αρχιτέκτονα Vitalianno Poselli λίγο πριν από το 1906
και η διακόσμησή της επηρεάστηκε από την
Art
Nouveau.
Την βίλα αγόρασε από τον Giorgio το έτος 1952 ο Ζαρντινίδης,
ενώ σήμερα αυτή ανήκει στον επιχειρηματία Ιβάν Σαββίδη.
Ο Giorgio, στις αρχές της δεκαετίας του ’50,
παντρεύτηκε με πολιτικό γάμο την Αλίκη Ασλανιάν και έζησε μαζί της στην
Θεσσαλονίκη μέχρι τον θάνατό του το έτος
1971, ενώ τα καλοκαίρια οι δυο τους πήγαιναν στη θάλασσα, στο Σαν Ρέμο. Ο τάφος
του, μαζί με αυτούς του πατέρα του και της μητέρας του, ευρίσκεται στο Εβραϊκό
Νεκροταφείο του Μιλάνου.
Τελειώνοντας, καταχωρίζω τα ονόματα των μελών της
οικογενείας Morpurgo
του κλάδου της Θεσσαλονίκης όσα μπόρεσα να εντοπίσω δημοσιευμένα, αλλά, κυρίως,
όσα είχε την καλοσύνη να μου σημειώσει η εγγονή του Giorgio και κόρη του Claudio Morpourgo, η κυρία Isabella – Fulvia Morpourgo, εκδότρια στο Μιλάνο. Θεωρώ
ότι είναι μία πρώτη προσέγγιση, ικανή όμως, με τις δέουσες συμπληρώσεις ή
διορθώσεις, να αποτελέσει έναν πίνακα των προσώπων της μεγάλης αυτής οικογένειας
της πόλεως.
Όπως φαίνεται, από
αυτή την πρώτη καταγραφή, η οικογένεια σε κάθε γενιά της δεν έκανε πολλά
παιδιά, σε αντίθεση με τους ομοθρήσκους της, των οποίων οι οικογένειες ήταν
συνήθως πολύτεκνες. Στην τελευταία γενιά των Morpourgo στη Θεσσαλονίκη, υπάρχει
μόνον ένα τέκνο – ο Giorgio
είναι μοναχοπαίδι. Από τον πρώτο David οι
κατιόντες άρρενες της οικογένειας φέρουν είτε αυτό το όνομα είτε το όνομα Moise. Έχει σημασία ότι ο Giorgio φέρει σαν δεύτερο όνομα το David και ο ίδιος δεν δίνει
εβραϊκά ονόματα στους δύο γιους του (αποφεύγει
μάλιστα να δώσει το όνομα του πολυαγαπημένου του πατέρα) αλλά τους δίνει
τα λατινικά ονόματα Fabio
και Claudio.
Σήμερα στους απογόνους της οικογενείας υπάρχουν τα ονόματα της Fulvia και του Giorgio καθώς
επίσης υπάρχει και το αρχαίο όνομα της
Άννας, το οποίον έφερε η κόρη του David Morpurgo και σύζυγος του Lazaro Allatini, πριν από περισσότερο από
δύο αιώνες στην Θεσσαλονίκη.
1. David Morpurgo[3] [γεννήθηκε στη Romans (;)
* πέθανε στη Θεσσαλονίκη(;) – 1758]
2. David Morpurgo είχε κόρη την Anna [1783-1867]
η οποία παντρεύτηκε τον Lazaro
Allatini
[1776-1834]
3. Rachelle Allatini [20/12/1817
– 19/12/1867], δεύτερο τέκνο του Λαζάρου και της Άννας, παντρεύτηκε τον Moise Morpurgo [θείο της - αδερφό της Άννας
(;)]
4. David Morpurgo[4] [Livorno * Thessaloniki
3/7/1888], αναφέρεται ως agent of North British Insurance Co κατά το έτος 1877
5. Moise Morpurgo [1860-1940], εγγονός του David M. –
του πατέρα της Άννας Αλλατίνι, philanthropist, παντρεύεται την Fanny Ouziel [Θεσσαλονίκη (;) * Milan 11/10/1948]
6. Giorgio – David Morpurgo [1891-1971], παντρεύεται την Fulvia Rimini [1894
- 1945]
Και σε δεύτερο γάμο την Alice Aslanian
7α. Fabio Morpurgo [1921 – 1993(;)] παντρεύεται την Lisa [Lizetta] Dordoni [1923-1998], τέκνα τους η Anna και ο Giorgio Morpurgo
7β. Claudio Morpourgo [Trieste 1924 – 1990] παντρεύεται το 1954 την Marina Chitarin [1927], τέκνα τους η Isabella – Fulvia και
η Alessandra Morpurgo.
Θέλω να ευχαριστήσω θερμά την κυρία Isabella – Fulvia Morpurgo για την επιστολή του παππού της, την οποία μου παραχώρησε προκειμένου
να τη δημοσιεύσω καθώς και για τις φωτογραφίες από το οικογενειακό της αρχείο οι οποίες συνοδεύουν το κείμενο, αλλά και για
τις πληροφορίες τις οποίες μου έδωσε για τα μέλη της οικογενείας της. Επίσης,
ευχαριστώ τον κ. Ιωάννη Μέγα για τα ασφαλιστήρια συμβόλαια της εταιρείας Morpurgo, τα οποία μου δάνεισε για να δημοσιευτούν εδώ. Τα 3 συμβόλαια της
εταιρείας Morpurgo προέρχονται από το αρχείο του γιου μου Νέστορος
Καββαδά.
Σημειώσεις:
[1]
Ο Giacomo Buonomo, μηχανικός,
γεννήθηκε στην Νάπολη της Ιταλίας το έτος 1886, έζησε μάλλον μετά το 1940 στην κομητεία Kings της
Νέας Υόρκης, Η.Π.Α. και πέθανε το έτος 1968.
Στο
διαδίκτυο εντόπισα τις παρακάτω αναφορές σχετικές με τον μηχανικό Giacomo Buonomo, παραλήπτη της
επιστολής.
α)
Στην Βιβλιογραφία των Ιταλικών Σιδηροδρόμων [Bibliografia Ferroviaria Italiana], συναντώνται 4
τίτλοι εντύπων του Giacomo
Buonomo,
τα οποία ετυπώθησαν μεταξύ των ετών 1910 και 1929.
Costantinopoli
b) 1918 La Transbalcanica Italiana : Roma-Valona-Costantinopoli. Progetto di massima
c) 1916 Otranto testa di ponte delle ferrovie balcaniche
d) 1910 La ferrovia Mogadiscio-Lugh
b) 1918 La Transbalcanica Italiana : Roma-Valona-Costantinopoli. Progetto di massima
c) 1916 Otranto testa di ponte delle ferrovie balcaniche
d) 1910 La ferrovia Mogadiscio-Lugh
β) Στο διαδίκτυο
συναντώνται επίσης άλλοι παρισσότεροι από 15
τίτλοι με συγγραφέα τον μηχανικό Giacomo Buonomo, οι οποίοι
καλύπτουν χρονικά το διάστημα 1894 έως 1939. Αντιγράφω μερικούς από αυτούς: 1. Toponomastica coloniale, 1915. 2. La funziono del ferriboto nel canale di Otranto, 1916,
3. Emigrazione italiana nei riguardi della stripe, 1923. 4. L’evoluzione
dell’Etiopia al 20. secolo, 1925. 5. La
viabilita nell’Africa orientale italiana, 1939.
γ) στην ιστοσελίδα AbeBooks.de περιγράφεται το βιβλίο: BOUBEE Paolo, Il progetto Buonuomo per la transbalcanica
italiana, Napoli, 1920. Σύμφωνα με την σχετική
σημείωση πρόκειται για ένα δοκίμιο για τον Giacomo Buonomo,
μηχανικό του έργου της συνδέσεως Ρώμης – Οτράντο – Αυλώνας – Μοναστηρίου –
Θεσσαλονίκης – Δεδεαγάτς – Κωνσταντινουπόλεως.
δ) Στο βιβλίο L’Albania indipendente e le relazioni italo-albanesi (1912-2012): a cura
di Alberto Becherelli,
Andrea Carteny, 2013 περιέχεται και το κείμενο: Lorenzo Iaselli, Le relazioni finanziarie tra Italia e Albania (1925-1943). Il ruolo della Banca Nationale d’Albania. Σε υποσημείωση
[σελ. 178] αναφέρεται ότι:
"...Κατά την ίδια περίοδο [1939],
με τη συμμετοχή της Fiat και της Puricelli, καθώς και τη χρηματοδότηση της Comit,..., η Ιταλία έθεσε τις βάσεις για τη
δημιουργία μίας Ενώσεως για τις Αδριατικο-Βαλκανικές Μεταφορές (TRABA), με
στόχο τη δημιουργία μίας αρτηρίας για την οδική και σιδηροδρομική επικοινωνία
μεταξύ των Αλβανικών λιμένων του Δυρραχίου και Αντιβαρίου και των Βουλγαρικών
λιμένων της Μαύρης Θάλασσας. Η μελέτη αυτή ακολουθούσε πιστά την ιδέα του
Διαβαλκανικού σιδηροδρόμου την οποία είχε εμπνευσθεί και σχεδιάσει κατά τη
διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου ο μηχανικός Giacomo
Buonomo από την Νάπολη και η οποία
εξακολουθεί να είναι ακόμη και στις ημέρες μας πολύ επίκαιρη..."
ε) στην διημερίδα «Giornate di Studio 18 e 19 ottobre 2012,Napoli Scienze Politiche, Università degli studi di Napoli Federico II, Per un Mezzogiorno possibile. Nuove opportunità di sviluppo a 150 anni dall'unità» η Diana Quartuccio παρουσίασε το θέμα: Il rilancio di
[2] O Giorgio
εργάζεται στις οικογενειακές επιχειρήσεις από το 1913, μετά την επιστροφή του
από την Ευρώπη, και αντιμετωπίζει την καθημερινή εργασία με έναν ιδιαίτερα σοβαρό
και προσεκτικό τρόπο. Στην επιστολή του της 13 – 10- 1913 προς την Fulvia σημειώνει:«Η δουλειά μου μ'
ενδιαφέρει όλο και περισσότερο και είναι η σημαντικότερη διέξοδός μου, οι ώρες
στο γραφείο περνάνε γρήγορα, πολύ γρήγορα.
Οι εξαίρετες θεωρίες που διδάχθηκα στην Αγγλία αποδεικνύονται πολύ
χρήσιμες για την διαρκή ανάπτυξη των επιχειρήσεών μας. Σε δύο ή τρείς ημέρες θα
έχω το πληρεξούσιο του μπαμπά, που σημαίνει πως θα υπογράφω αντ' αυτού».
Επομένως,
έχει κερδίσει εξ αρχής την εμπιστοσύνη
του πατέρα του – τον έπεισε ότι δύναται να εκπροσωπεί την Εταιρεία και να
υπογράφει «αντ’ αυτού», γεγονός το οποίον αποτελεί ένα καλό δείγμα των ιδικών
του επαγγελματικών ικανοτήτων με τις οποίες, βεβαίως, συνδυάζεται και το
αποτέλεσμα της συστηματικής μαθητείας
κατά τα έτη της παραμονής του στο Λονδίνο. Αλλά και αργότερα σε επιστολή
του Μαΐου του 1914, περιγράφει ένα
ταξίδι με τον πατέρα του στο Βελιγράδι. Εκεί παρευρίσκεται και συμμετέχει στις
συζητήσεις, οι οποίες γίνονται με τους τοπικούς πράκτορες της Εταιρείας των Morpurgo, προκειμένου να
ρυθμισθούν οι δόσεις των θυγατρικών εταιρειών, οι οποίες έπρεπε να καταβληθούν
στην οικογένεια, επειδή μετά τους βαλκανικούς πολέμους αυτές οι θυγατρικές
εταιρείες περιλαμβάνονται πλέον στην Σερβία. Σημειώνει χαρακτηριστικά: «Στο
Βελιγράδι έγιναν διάφορες συναντήσεις με τους τοπικούς πράκτορες, τον διευθυντή
της Βιέννης και πετύχαμε όσα θέλαμε». Ο λόγος για τον οποίον χρησιμοποιεί πρώτο
πληθυντικό δεν είναι τυχαίος, αντιθέτως υπογραμμίζει ότι η παρουσία του στις
οικογενειακές επιχειρήσεις είναι ουσιαστική και αυτό προκύπτει, κατ’ αρχήν, από
την επιδίωξη του πατέρα του να αποκτήσει ο Giorgio όλες τις απαραίτητες
γνώσεις και την εμπειρία προκειμένου να εργάζεται και να παρακολουθεί από το
υψηλότερο επίπεδο διευθύνσεως την λειτουργία της Εταιρείας Morpurgo. Άλλωστε, πολύ σύντομα, στις αρχές του 1915,
όπως φαίνεται από δύο επιστολές του G. προς
την F., ο Giorgio πραγματοποιεί μόνος του δύο επαγγελματικά ταξίδια
προς την Δράμα και τις Σέρρες το πρώτο και προς την Νάουσα το δεύτερο,
επισκέπτεται τα δύο υποκαταστήματα των Morpurgo στις δύο πρώτες πόλεις
και εργάζεται επί τόπου στο Παρανέστι Δράμας και στην Νάουσα, εξετάζοντας (και
μελετώντας) δύο σημαντικές προτάσεις ασφαλίσεων προς την Εταιρεία. Επομένως,
από το τέλος του 1913 ο Giorgio εργάζεται καθημερινά και αντικαθιστά, όποτε χρειάζεται, τον πατέρα
του ενώ ταυτοχρόνως ετοιμάζεται συστηματικά για να τον διαδεχθεί στο μέλλον, ως ιδιοκτήτης και
διευθυντής των οικογενειακών επιχειρήσεων.
[3] Στοιχεία
για την εγκατάσταση του πρώτου Morpurgo στην Θεσσαλονίκη υπάρχουν
στο κείμενο της Minna Rozen, «Contest and rivalry in Mediterranean maritime commerce in the first half of the eighteenth century the Jews of Salonika and the European presence», Revue des Études Juives, το
οποίον μεταφρασμένο δημοσιεύτηκε στο
περιοδικό Θεσσαλονικέων Πόλις, τόμος 22, Ιούνιος 2007 [«Ανταγωνισμός και αντιπαλότητα στο ναυτικό
εμπόριο της Μεσογείου κατά το πρώτο μισό του 18ου αιώνα: Οι Εβραίοι
της Θεσσαλονίκης και η ευρωπαϊκή παρουσία»]. Σύμφωνα με την Rozen ο πρώτος David Morpurgo, ο οποίος
εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη, γεννήθηκε «στη Romans, πόλη της επαρχίας Gradisca στο
Friuli,
το οποίο ανήκε στην Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία…κατέστη υπήκοος του παπικού κράτους…[και
ήταν] απόγονος ένδοξης ιταλικής οικογένειας». Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η
αναφορά της Rozen
στον I.S. Emmanuel και στο βιβλίο του
Πολύτιμοι Λίθοι. Σύμφωνα με την σχετική
παραπομπή σε αυτό ο David
Morpurgo
«…έφθασε στη Θεσσαλονίκη το 1710 και είχε σπουδάσει ιατρική στην Πάντοβα της
Ιταλίας. Ήταν γνωστός φιλάνθρωπος και επιχορήγησε την έκδοση διάφορων βιβλίων.
Πέθανε το 1758.». Φαίνεται ότι τα δύο βασικά στοιχεία τα οποία χαρακτήριζαν τον
David
Morpurgo,
η φιλανθρωπία και η καλή παιδεία συνέχισαν, μαζί με την συνολική καλλιέργεια,
να διαμορφώνουν τον χαρακτήρα και την προσωπικότητα των απογόνων του,
δημιουργώντας στον καθένα έναν υψηλό και ιδιαίτερο τρόπο ζωής. Επίσης,
ο Mark Mazower
στο βιβλίο του «Θεσσαλονίκη, Πόλη των φαντασμάτων», στη μοναδική μνεία που
κάνει σε μέλος της οικογενείας Morpurgo
αναφέρεται στον πρώτον εκείνον David τον «…γόνο έγκριτης
ιταλοεβραϊκής οικογένειας…» όπως τον αποκαλεί. Ο Mazower, παραπέμποντας και στο παραπάνω κείμενο της Rozen, στο κεφάλαιο του βιβλίου του με τον τίτλο «οι
μπερατλήδες» [κάτοχοι μπερατίων = αδειών από την Πύλη] παρουσιάζει και μία
ιδιαίτερη διάσταση της παρουσίας στην πόλη και του ρόλου όλων των πολύ πλουσίων
Λιβορνέζων, κυρίως, εμπόρων εβραίων, των francos, όπως, ένας εξ αυτών, ήταν και ο David Morpurgo.
Αυτό όμως υπερβαίνει το πλαίσιο της παρούσης μικρής εργασίας μου. [4]
Στην ιστοσελίδα www.sephardicstudies.org υπάρχει το: An Index of the 7 Volumes of “Histoire des Israelites de Salonique” του Joseph Nehama στο
οποίο συναντάται το όνομα του David Morpurgo [παππού του Giorgio] ως ενός «agent of North British Insurance Co» κατά το έτος 1877 και
πρόκειται, προφανώς, για την αναφορά της πρώτης από τις τρεις γενιές των Morpurgo - πρακτόρων της
Εταιρείας, όπως αναφέρει και ο Giorgio
στην δημοσιευόμενη επιστολή του.
Εικόνα 6: Συμβόλαιον Συστάσεως Ομορρύθμου Εταιρείας Μ. Μορπούργο |
Εικόνα 7: Πληρεξούσιον, 14-10-1941 |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου