[Θεσσαλονίκη,
Εβραίοι 5 * Thessaloniki, Jews 5]: parva iudaica thessalonicensia V
Εβραίες μαθήτριες και εβραίοι μαθητές, οι οποίοι εφοίτησαν στο
Δημοτικό Σχολείο των Ελληνικών Εκπαιδευτηρίων Βαλαγιάννη από το σχολικό έτος
1929 - 1930 έως το σχολικό έτος 1942 - 1943 *
Jewish girls and Jewish boys students who studied in Primary
School of Greek Educational Institutes Valagianni from 1929 - 1930 until 1942 –
1943
Ραούλ, εσένα πάλι σκέφτομαι που δεν πρόλαβες να
γίνεις σοφός, να
συζητήσεις,
Να δεις την άλλη πλευρά των πραγμάτων, να μά-
θεις να σιωπάς
Δε σου ’μελλε να πιθανολογείς, να βγάζεις συμπε-
ράσματα
Δε σου ’μελλε να διδαχτείς κι εσύ την αριθμητι-
κή των ιδεών.
Μ. Α.
Εικόνα 1. Το πρώτο κτίριο
δεξιά στην φωτογραφία είναι τα Ελληνικά Εκπαιδευτήρια Βαλαγιάννη
στην πρώτη περίοδο της λειτουργίας τους.
Εικόνα 2. Το Σήμα των
Ελληνικών Εκπαιδευτηρίων Βαλαγιάννη.
Εικόνα 3. Η πλαστή ταυτότητα
της Φρίντας Κουνέ, μαθήτριας του Γυμνασίου Θηλέων Βαλαγιάννη στην Β’
τάξη, το σχολικό έτος 1942-1943. Προηγουμένως, το σχολικό έτος 1940
- ’41, ήρθε με μετεγγραφή στην Δ’ τάξη και τελείωσε το δημοτικό στη Βαλαγιάννη.
Στο χριστιανικό όνομα της ταυτότητας διατηρήθηκαν τα αρχικά Φ και Κ του
εβραϊκού ονοματεπωνύμου της, παρέμεινε ίδιο το όνομα του πατέρα της, Ηλίας, ενώ
η μητέρα της, από Μαρί εγράφη Μαρία. Ο λόγος για τον οποίο σημείωσαν την ηλικία
της κατά ένα έτος μεγαλύτερη, ίσως, ήταν σχετικός με τις απαραίτητες
προϋποθέσεις εκδόσεως ατομικής ταυτότητας. Η ταυτότητα εκδόθηκε
στις 15 Δεκεμβρίου 1942.
Εικόνα 4. Κατοχικό δελτίο
ταυτότητας της Ευγενίας, συζύγου Χαΐμ Πάρδο, με τις δύο από τις τρείς κόρες
της, την Ρόζα και την Ντενίζ.
Η Επτανησία, Σταματία Πατρικίου, γεννήθηκε
στην Άσσο Κεφαλονιάς το 1895 ενώ ο Μανόλης Βαλαγιάννης στην Κοζάνη το 1886.1 Συναντώνται
στην Αθήνα το 1913, όταν ο Μ. Βαλαγιάννης επιστρέφει, μετά τη συμμετοχή του
στους Βαλκανικούς πολέμους, να τελειώσει τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο και η
Στ. Πατρικίου έρχεται από την Άσσο να εγγραφεί στη Φιλοσοφική Σχολή. Το 1919,
σύζυγοι πλέον, αρχίζουν την σταδιοδρομία τους στην εκπαίδευση και το 1922
βρίσκονται διορισμένοι στο Καστέλλι της Κρήτης. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή
και τα σοβαρά κοινωνικά προβλήματα τα οποία δημιουργήθησαν στη Βόρειο
Ελλάδα, ζητούν μετάθεση στη
Θεσσαλονίκη, προκειμένου να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στην περίθαλψη των
παιδιών των προσφύγων. Εγκαθίστανται οριστικά στη Θεσσαλονίκη το 1925 και
τέσσερα χρόνια αργότερα, το 1929, ιδρύουν τα Ελληνικά Εκπαιδευτήρια Βαλαγιάννη
των οποίων τη διεύθυνση αναλαμβάνει η Σταματία Βαλαγιάννη, αφού, πρώτα, αφήνει
τη δημόσια Εκπαίδευση. Ο Μανόλης Βαλαγιάννης συνεργάστηκε, από τον πόλεμο του
1940, με τον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό ενώ, μετά το τέλος του πολέμου, ανέλαβε
πρόεδρος του Τμήματος Θεσσαλονίκης του Ε.Ε.Σ. Εργάστηκε στη ΧΑΝ Θεσσαλονίκης
για είκοσι χρόνια, από τα οποία τα δεκαοκτώ διετέλεσε πρόεδρός της. Τέλος,
υπήρξε Γενικός Γραμματέας των Νυχτερινών Σχολών της «Μακεδονικής
Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας» και είχε επί σειρά ετών την εποπτεία τους. Η
Σταματία Βαλαγιάννη ανέπτυξε και αυτή διάφορες κοινωνικές δραστηριότητες, αλλά
αφιέρωσε τη ζωή της κυρίως στην εκπαίδευση και την αγωγή των μαθητριών της.
Μετέφρασε το 1924 το βιβλίο του Ad. Ferriére «Πως ν’ ανατρέφωμε τα παιδιά μας»,
το οποίο κυκλοφόρησε από την Εκδοτική Εταιρία «Αθηνά». Τα Εκπαιδευτήρια
Βαλαγιάννη λειτούργησαν έως το 1977 και η Σταματία Βαλαγιάννη απεβίωσε,
μετά το θάνατο του άντρα της, το 1985.
Εικόνα 5. Κανονισμός των
Εκπαιδευτηρίων Βαλαγιάννη, 1930.
Εικόνα 6. Κανονισμός των Εκπαιδευτηρίων Βαλαγιάννη, 1933.
Ο χρόνος ενάρξεως της λειτουργίας των Εκπαιδευτηρίων
Βαλαγιάννη συμπίπτει με την σοβαρή μεταρρύθμιση στην παιδεία, στην οποία
προχώρησε η κυβέρνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου με υπουργό Παιδείας τον Κ.
Γόντικα, κατά το έτος 1929. Σύμφωνα με τον Περί στοιχειώδους εκπαιδεύσεως νόμο
4397, δημοσιευμένο στο φύλλο 309/24-8-1929 της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως
και στην παράγραφο 1 του άρθρου 3, ορίζεται ότι: "Σκοπός των δημοτικών
σχολείων είναι η στοιχειώδης προπαρασκευή των μαθητών δια την ζωήν και η παροχή
εις αυτούς των απαραιτήτων προς μόρφωσιν χρηστού πολίτου στοιχείων".
Στον ίδιο νόμο, το άρθρο 5 αναφέρει στην παράγραφο 1 τα μαθήματα, τα
οποία διδάσκονται στα δημοτικά σχολεία και στην παράγραφο 2 ορίζει ότι
"του μαθήματος των θρησκευτικών απαλλάσσονται οι ετερόθρησκοι [εβραίοι] και
ετερόδοξοι". Στις δύο επόμενες παραγράφους 3 και 4 του ιδίου άρθρου 5
ορίζεται επί πλέον ότι: Σε εκείνα τα δημόσια σχολεία στα οποία "πολλοί των
μαθητών είναι ετερόδοξοι δύναται να διορισθή ίδιος διδάσκαλος των θρησκευτικών
ομόδοξος των μαθητών επί μισθώ δραχ. 500 κατά μήνα" και ακόμα ορίζεται ότι
σε εκείνα τα σχολεία στα οποία "φοιτώσι αλλόθρησκοι [εβραίοι] και
αλλόγλωσσοι [εβραίοι] δύναται να διορισθή ίδιος διδάσκαλος της θρησκείας και
της γλώσσης των μαθητών τούτων επί μισθώ δραχμών χιλίων κατά μήνα".
Σημειώνεται και το Περί κατωτέρων Οικοκυρικών σχολείων άρθρο 46 σύμφωνα με το
οποίο: "Σκοπός των κατωτέρων οικοκυρικών σχολείων είναι η πληρεστέρα
προπαρασκευή δια την ζωήν εκείνων εκ των θηλέων όσα δεν πρόκειται να φοιτήσουν
εις ανώτερα σχολεία". Επί πλέον με τις παραγράφους του άρθρου 6 περί
"Υποχρεωτικής φοιτήσεως" καταβάλλεται προσπάθεια να αντιμετωπισθεί
μία από τις σταθερές πληγές της ελληνικής εκπαιδεύσεως: ο μεγάλος αριθμός
παίδων [κυρίως θηλέων], τα οποία δεν εγγράφονται εις το σχολείο και η ελλειπής
φοίτηση όσων εγγράφονται [πάλι κυρίως των θηλέων]. Σύμφωνα με αυτό το άρθρο
"Οι παίδες αμφοτέρων των φύλων υποχρεούνται να φοιτώσιν εις τα δημοτικά
σχολεία του Κράτους...". Όλα τα παραπάνω είναι θετικά και τολμηρά
βήματα, ανεξάρτητα ακόμα και από τον τρόπο και την έκταση της εφαρμογής
των, αμέσως μετά, στην σχολική πράξη. Τα εκπαιδευτικά νομοσχέδια
της μεταρρυθμίσεως του 1929 για την δημόσια στοιχειώδη εκπαίδευση ασφαλώς
ορίζουν το πλαίσιο της λειτουργίας και των ιδιωτικών σχολείων, όπως των Εκπαιδευτηρίων
Βαλαγιάννη.
Οι δύο πρώτες βαθμίδες της
εκπαιδεύσεως ορίζονται σε εξατάξιο δημοτικό κσι εξατάξιο γυμνάσιο.
Η διαίρεση αυτή θα διαρκέσει μέχρι και το σχολικό έτος 1936 - '37 ενώ, από το
επόμενο σχολικό έτος το δημοτικό θα γίνει τετρατάξιο και θα μείνει μέχρι το σχολικό
έτος 1945 - '46, τότε και θα επανέλθει σε εξατάξιο.
Ο πρώτος Κανονισμός των εν Θεσσαλονίκη
Ελληνικών Εκπαιδευτηρίων Σταματίας Πατρικίου – Βαλαγιάννη έχει στο κείμενο
καταληκτική ημερομηνία, το μήνα Ιούνιο του 1930 και τυπώνεται στην Θεσσαλονίκη,
μάλλον, τον ίδιο χρόνο. Σύμφωνα με τον Κανονισμό τα Εκπαιδευτήρια «σκοπόν
έχουν να παράσχουν εις τους μαθητάς, τας μαθητρίας και τας οικοτρόφους Ελληνοπρεπή
αγωγήν δι’ επιμεμελημένης παιδαγωγικής εργασίας, μόρφωσιν
ανταποκρινομένην προς τας απαιτήσεις της ζωής και της κοινωνίας και σωματικήν
αγωγήν σύμφωνον προς τους κανόνας της υγιεινής.». Οι λέξεις εδώ τονίζονται
ακριβώς όπως και στο κείμενο του Κανονισμού και αθροιστικά παρουσιάζουν,
όπως φαίνεται, τους τρεις άξονες της παρεχομένης παιδείας από τα Εκπαιδευτήρια:
Ελληνοπρεπή αγωγή, μόρφωση και σωματική αγωγή.
Τα Εκπαιδευτήρια περιλαμβάνουν τα παρακάτω
σχολεία: α) Μεικτό εξατάξιο Δημοτικό σχολείο β) Γυμνάσιο Θηλέων γ) Σχολείο
Θηλέων Γενικής Μορφώσεως και Ξένων Γλωσσών και δ) Οικοτροφείο Θηλέων. Τα Εκπαιδευτήρια
επίσης διαθέτουν: δύο βιβλιοθήκες, αναγνωστήριο, εργαστήριο φυσικής και
χημείας, εποπτικά μέσα διδασκαλίας και, τέλος, κλειδοκύμβαλο και αρμόνιο.
Στο μεικτό εξατάξιο Δημοτικό Σχολείο η
εργασία γίνεται κατά το σύστημα Montessori και, εκτός από τα μαθήματα του
επισήμου αναλυτικού προγράμματος, είναι υποχρεωτική η διδασκαλία της
γαλλικής γλώσσας και προαιρετική η διδασκαλία των αγγλικών, γερμανικών,
εβραϊκών, της ενοργάνου μουσικής, της απαγγελίας και του χορού. Παρομοίως και
στο Γυμνάσιο Θηλέων διδάσκονται τα γαλλικά και τα αγγλικά «μετά της φιλολογίας
αυτών υποχρεωτικώς» και προαιρετικώς διδάσκονται τα γερμανικά και τα εβραϊκά, η
ενόργανος μουσική, η ζωγραφική, η κοπτική, η απαγγελία και ο χορός. Σημειώνεται
ότι για τη διδασκαλία των ξένων γλωσσών υπάρχουν παράλληλα με την τάξη [ομαδική
διδασκαλία] και ειδικά τμήματα ανεξάρτητα από τις τάξεις [εξατομικευμένη
διδασκαλία]. Κάθε μαθήτρια/τής κατατάσσεται σε αυτά και προάγεται
«αναλόγως των δυνάμεων της …και …της προόδου της». Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει
το τριτάξιο «Σχολείον Θηλέων Γενικής Μορφώσεως και Ξένων Γλωσσών». Σε αυτό
εγγράφονται μαθήτριες, οι οποίες δεν επιθυμούν να παρακολουθήσουν
μαθήματα γυμνασίου. Σκοπός αυτού του τριταξίου Σχολείου, σύμφωνα με τον
Κανονισμό, είναι η «παροχή γενικής μορφώσεως και γνώσεων απαραιτήτων δια την
ζωήν…» και [σε αυτό] διδάσκονται τα μαθήματα: Αρχαία ελληνική φιλολογία από
μετάφραση, νέα ελληνική φιλολογία, ιστορία τέχνης και πολιτισμού,
μαθηματικά και λογιστική, γαλλική και αγγλική γλώσσα «μετά της φιλολογίας
αυτών», φυσικά και υγιεινή, οικονομική γεωγραφία, γυμναστική, ζωγραφική. Τα
δίδακτρα στο Δημοτικό αρχίζουν από 1600 δραχμές για την πρώτη τάξη και φτάνουν,
αυξανόμενα κλιμακωτά για κάθε τάξη, στις 2100 δραχμές για την έκτη. Στο
Γυμνάσιο Θηλέων αρχίζουν από τις 2500 δραχμές για τις δύο πρώτες τάξεις και
φτάνουν στις 4000 για τις δύο τελευταίες. Στο Σχολείο Θηλέων Γενικής Μορφώσεως
και Ξένων Γλωσσών τα ποσά είναι 2500, 3000 και 3500 δραχμές αντιστοίχως για τις
τρεις τάξεις του. Οι παραπάνω τιμές αφορούν τα δίδακτρα ολοκλήρου του σχολικού
έτους και καταβάλλονται [όπως και τα τροφεία] σε δύο ή τρεις δόσεις. Τα
τροφεία, τέλος, για τις εσωτερικές μαθήτριες όλων των τάξεων και για ολόκληρο
το σχολικό έτος είναι 15000 ενώ για τις «ημιτρόφους» είναι 7000. Στον πρώτο
Κανονισμό και για τα δίδακτρα των προαιρετικών μαθημάτων σημειώνεται ότι
"Ξένη γλώσσα διδασκομένη καθ' εκάστην, [δίδακτρα] μηνιαίως δραχμαί
125" αλλά "Η διδασκαλία της Αγγλικής γλώσσης εις τους μαθητάς του
δημοτικού σχολείου, εις το οποίον είναι προαιρετικόν το μάθημα τούτο, καθώς και
της Εβραϊκής, γίνονται άνευ ιδιαιτέρας πληρωμής.". Στον δεύτερο Κανονισμό
για την διδασκαλία της Αγγλικής και της Εβραϊκής γλώσσας ορίζονται
δίδακτρα "μηνιαίως δραχμαί 75.". Δεν υπάρχουν, προς το παρόν,
πληροφορίες ότι έγιναν στα Εκπαιδευτήρια, προαιρετικά μαθήματα της εβραϊκής
γλώσσας. Στον Γενικό Έλεγχο και μόνον για το πρώτο έτος λειτουργίας 1929 -
'30, σημειώνεται, μαζί με τα ονόματα των χριστιανών δασκάλων, και
το όνομα S. Saltiel.
Το 1933 τυπώνεται ο δεύτερος(;) Κανονισμός
των Εκπαιδευτηρίων Βαλαγιάννη. Στα σχολεία των Εκπαιδευτηρίων συμπεριλαμβάνεται
τώρα και Παράρτημα του Κρατικού Ωδείου Θεσσαλονίκης, στο οποίο εγγράφονται
μόνον μαθήτριες και μαθητές των Εκπαιδευτηρίων.
Όπως φαίνεται στο
πρόγραμμα, τα Εκπαιδευτήρια δίνουν ιδιαίτερη σημασία στη σωματική αγωγή αλλά
και στην ενόργανη μουσική και το χορό. Επίσης είναι υποχρεωτική η γαλλική από
την πρώτη δημοτικού και στο γυμνάσιο προστίθεται ως δεύτερη υποχρεωτική γλώσσα,
η αγγλική. Στο Γυμνάσιο οι δύο γλώσσες διδάσκονται «μετά της φιλολογίας αυτών»,
οι μαθήτριες δηλαδή διαβάζουν και μαθαίνουν, όσο είναι εφικτό, τη
λογοτεχνία των δύο χωρών. Σε αυτά πρέπει να προστεθεί ότι τα Εκπαιδευτήρια
διαθέτουν εργαστήριο φυσικής και χημείας για τα αντίστοιχα μαθήματα καθώς και
εποπτικά μέσα διδασκαλίας. Η σημασία την οποία αποδίδουν τα Εκπαιδευτήρια στη
Φυσική και στη Χημεία, στη γυμναστική και στο χορό και ίδίως η μελέτη, από το
πρωτότυπο, κειμένων της γαλλικής και της αγγλικής λογοτεχνίας, δείχνουν τη νέα
αντίληψη για τη μάθηση, την οποία εισάγει και υποστηρίζει, κυρίως, η Σταματία
Πατρικίου, με τη βοήθεια, φυσικά, των επιλεγμένων δασκάλων και καθηγητών των
Εκπαιδευτηρίων. Η παρουσία μάλιστα της γαλλικής γλώσσας ως υποχρεωτικού
μαθήματος από την Α’ δημοτικού είναι προφανές ότι διευκολύνει κατ΄αρχήν
τους ευπόρους εβραίους γονείς, οι οποίοι μιλούσαν στο σπίτι τους γαλλικά, να
εγγράψουν τα τέκνα τους στη Βαλαγιάννη και, παραλλήλως, αποτελεί δέλεαρ για
τους χριστιανούς να δώσουν και αυτοί στα παιδιά τους, τις επί πλέον
δυνατότητες που παρέχει, σε πολλούς τομείς, μία ξένη γλώσσα.
Ενδεικτική του
επιπέδου των Εκπαιδευτηρίων είναι και η δεκαπενθήμερη φιλολολογική επιθεώρηση
του Γυμνασίου, η ΣΠΙΘΑ 2
- μία σχολική εφημερίδα εξαιρετική τόσο όσον αφορά την ποιότητα των
δημοσιευμένων κειμένων όσο και την αισθητική της εκτυπώσεως των φύλλων
της. Στα 4 πρώτα φύλλα [16 Μαρτίου 1936 – 9 Ιουνίου 1936] δημοσιεύονται στην
πρώτη σελίδα ποιήματα των Γ. Θέμελη, Αιμιλίου Ριάδη, Α. Μαμμέλη, Ανθούλας
Σταθοπούλου και Γεωργίου Βιζυηνού [το καλό «Θρακών Άσμα»]. Στο αριθ. φύλλου 3,
δημοσιεύεται «Ο Πειρασμός» του Δ. Σολωμού και στο αριθ. φύλλου 4 «Η Δέηση» του
Κ. Π. Καβάφη. Ένα ποίημα του Κ. Π. Καβάφη σε μαθητική εφημερίδα της
Θεσσαλονίκης το καλοκαίρι του 1936 και μάλιστα ένα ποίημα το οποίο μπορεί να
προκαλέσει μη συμβατικές σκέψεις στους αναγνώστες μαθητές,
πρέπει να είναι μία εξαιρετικά ασυνήθιστη ενέργεια. Από τις εβραίες μαθήτριες η
Λιλή Περαχιά [Ε’ Γυμνασίου] δημοσιεύει στο πρώτο φύλλο, το κείμενο «Les
fleurs des champs» ενώ στο φύλλο αριθ. 4 η Ζερμαίν Περαχιά [Α’ Γυμνασίου]
δημοσιεύει το «La maison ou je suis née» και ο Ροβέρτος Ματαράσσο [Δ’
Δημοτικού] τη μικρή πρόζα, «Το καλοκαίρι».
Το πρώτο μη εβραϊκό όνομα, το οποίο
συνάντησα στο Μαθητολόγιο των Εκπαιδευτηρίων και θεώρησα απαραίτητο να το
σημείωσω στην αντίστοιχη ετησία Κατάσταση εβραίων μαθητριών και μαθητών,
εκτός σειράς και με διαφορετική αρίθμηση - με δηλωτικό το γράμμα Α -
είναι το όνομα: Αναγνωστάκης Εμμανουήλ του Ανέστη, 3,4 με συνοδευτικά στοιχεία το
επάγγελμα του πατρός [ιατρός] και την διεύθυνση κατοικίας [Δικαστηρίων 20 τότε
– σήμερα Μητροπολίτου Γενναδίου 18]. Είναι γνωστό, ότι ο ποιητής γεννήθηκε στη
Θεσσαλονίκη το 1925 και ότι η καταγωγή του πατέρα του ήταν από τα Ρούστικα
Ρεθύμνης, στην Κρήτη. Εδώ, στο Βιβλίον Μαθητολογίου, φαίνεται ότι εγγράφεται
στην πρώτη τάξη στις 16 Φεβρουαρίου 1931 προσκομίζοντας «Πιστοποιητικόν
ηλικίας» της «Κοινότητος Ρουστίκων Ρεθύμνης». Επομένως, σημειώνεται ως τόπος
γεννήσεως τα «Ρούστικα Ρεθύμνης Κρήτης» και έτος γεννήσεως αναφέρεται το 1924.
Θα φοιτήσει στα Εκπαιδευτήρια σε όλες τις τάξεις του εξαταξίου δημοτικού και θα
πάρει το απολυτήριο της ΣΤ’ τάξεως στο τέλος του σχολικού έτους 1935 -
36. Όπως φαίνεται από την αντίστοιχη κατάσταση στην τελευταία τάξη έχει συμμαθήτριες/τή
τις Σέλη [=Ραχήλ] Ναάρ, την Λιλίκα Αρουέστη καθώς και τον Ελίκο Σαλτιέλ. Η
συμμαθήτριά του στην πέμπτη τάξη, Ιουλία Αβαγιού, εγγράφεται και αυτό το έτος
[1935-36] στην ίδια τάξη, την Πέμπτη, και τελειώνει το δημοτικό το
επόμενον έτος. Εν τω μεταξύ, από το προηγούμενο σχολικό έτος εγγράφεται στην
πρώτη δημοτικού η δεύτερη αδελφή του, η Λούλα Αναγνωστάκη, η οποία τελειώνει το
τετρατάξιο, τώρα, δημοτικό τη σχολική περίοδο 1937-38. Αυτή τη σχολική περίοδο,
το 1937-38, θα εγγραφεί στην πρώτη τάξη και ο γεννημένος το 1931
Αρσλάνογλου [Ασλάνογλου] Νικόλαος του Αναστασίου, ο μετέπειτα ποιητής
Νίκος – Αλέξης Ασλάνογλου. Ο Ν. Α. θα τελειώσει το τετρατάξιο δημοτικό το
σχολικό έτος 1940-41 και στην τελευταία τάξη θα έχει συμμαθήτριες/ές τις Ιωάννα
Ντεμάγιο, Φρίντα Κουνέ, Ιουλία Καπόν, Αλέγρα Λεβή, Σιμόνη Μπενοζίλιο και τους
Τζέκη Μπερεσή, Νίνο Μόλχο, Δαυΐδ Κοένκα, Ασσέρ Ισραήλ, Σαμπετάϊ Μπέζα, Σαμουήλ
Βεϊσή και Ζωζέφ Σαμπετάϊ.
Το πρώτο έτος λειτουργίας των
Εκπαιδευτηρίων είναι το 1929 και στις έξι τάξεις του δημοτικού εγγράφονται
παιδιά που γεννήθηκαν από το 1915 [ΣΤ΄τάξη] έως το 1923 [Α’ τάξη]. Ο τόπος
γεννήσεως των μαθητριών γραμμένος σε στήλη, η οποία δεν συμπληρώνεται εδώ καθώς
οι εβραίες/οι, σχεδόν όλες/οι, γεννήθηκαν στην Θεσσαλονίκη, δείχνει ταυτοχρόνως
τον τρόπο με τον οποίο αυξάνεται ο πληθυσμός και μεγαλώνει η πόλη, μετά τους
πολέμους του πρώτου τετάρτου του 20ου αιώνος και τις συνεπακόλουθες ανταλλαγές
των πληθυσμών. Στα Εκπαιδευτήρια εγγράφονται και φοιτούν μαθήτριες/ές που
γεννήθηκαν στο Μοναστήρι, στην Κορυτσά, στα Σκόπια, στην Ρωσσία [Αικατερινοντάρ
και Οδησσό], στην Στενήμαχο, στην Φιλιππούπολη, στις 40 Εκκλησίες, στην
Αλεξάνδρεια και στην Κωνσταντινούπολη. Εγγράφονται επίσης αρκετές μαθήτριες που
γεννήθηκαν στη Σμύρνη, στην Πάνορμο, στη Σαμσούντα, στην Προύσα και στην
Τένεδο. Είναι ενδεικτικό ότι σε μία σελίδα του Μαθητολογίου με 12 συνολικά
εγγραφές παίδων, στη Θεσσαλονίκη εγεννήθησαν μόνον τρεις από αυτούς: οι δύο
εβραίοι αδελφοί Φρανσέζ, ο Ιάκωβος και ο Νατάν, και η χριστιανή Κλειώ
Μάτζαρη. Όσο περνούν τα χρόνια στα Εκπαιδευτήρια εγγράφονται πλέον ολοένα και
περισσότεροι μαθητές και μαθήτριες, που γεννήθηκαν, κυρίως, στη
Θεσσαλονίκη.
Τα πρώτα έτη, τα Εκπαιδευτήρια λειτούργησαν
στην οδό Αγίας Σοφίας 37, δίπλα στο διασωζόμενο γωνιακό κτίριο στην Αγίας
Σοφίας και Ερμού, στο οποίο σήμερα λειτουργεί γνωστό ζαχαροπλαστείο. Στο τέλος
της δεκαετίας του ’30 [;] τα Εκπαιδευτήρια μετεφέρθησαν στο κτίριο, το οποίο
έμεινε γνωστό ως «σημείο» αναφοράς της Θεσσαλονίκης – «στη Βαλαγιάννη» -
πάλι επί της οδού Αγίας Σοφίας, χαμηλά, απέναντι από τη Μητρόπολη, στη γωνία
Αγίας Σοφίας και Καλαποθάκη [νυν Προξένου Κορομηλά].
Οι μαθήτριες/ές της Βαλαγιάννη είναι κυρίως
τέκνα οικογενειών της μικροαστικής και της μεσαίας τάξεως και, σε περιορισμένο
αριθμό, της ανωτέρας τάξεως της πόλεως. Στην πρώτη περίπτωση, στη μικροαστική
και μεσαία τάξη, ανήκουν όσοι γονείς είναι έμποροι [εδώ συμπεριλαμβάνεται
και ο μεγαλύτερος αριθμός των εβραίων γονέων], υπάλληλοι και ελεύθεροι
επαγγελματίες - οι τελευταίοι είναι, κυρίως, δικηγόροι και γιατροί. Στη δεύτερη
περίπτωση, στην ανώτερη τάξη, ανήκουν οι ευάριθμοι βιομήχανοι και
εργοστασιάρχες γονείς αλλά και όσοι, από την πρώτη περίπτωση των εμπόρων και
των ελευθέρων επαγγελματιών, έχουν υπερβεί τα όρια της μεσαίας και εντάσσονται
στην ανώτερη τάξη λόγω της συνολικής οικονομικής, κατά κύριο λόγο,
καταστάσεως της οικογενείας τους.
Είναι προφανείς οι λόγοι για τους
οποίους οι οικογένειες προτιμούν να στέλνουν τα [μικρά] παιδιά τους
στο καλό ιδιωτικό δημοτικό σχολείο και, όσο το δυνατόν, στο πλησιέστερο στο
χώρο της κατοικίας τους, καλό σχολείο. Τα ιδιωτικά Εκπαιδευτήρια
Βαλαγιάννη λειτούργησαν στο κέντρο της πόλεως, εκεί που κατοικούσαν εύπορες
οικογένειες χριστιανών και εβραίων, οι οποίες αποτελούσαν τους πιθανούς πελάτες
των Εκπαιδευτηρίων. Οι διευθύνσεις, οι οποίες σημειώνονται στο Μαθητολόγιο,
αναφέρονται είτε στις κατοικίες των οικογενειών των μαθητών είτε στους χώρους
εργασίας των κηδεμόνων τους. Από το σύνολο των διευθύνσεων σχηματίζεται ένας
χώρος με άξονα την οδό Αγίας Σοφίας και την πλατεία της. Ο χώρος αυτός
ορίζεται από την οδό Εθνικής Αμύνης στα ανατολικά και από τις οδούς
Αντιγονιδών και Ίωνος Δραγούμη στα δυτικά. Στην άλλη κατεύθυνση αρχίζει από την
οδό Κασσάνδρου και συνεχίζεται με τις παραλλήλους: Ολύμπου, Φιλίππου, Εγνατία,
Αγίας Θεοδώρας, Ερμού, Τσιμισκή, Μητροπόλεως και Νίκης στην παραλία.
Ιδιαίτερη μνεία θα γίνει για τις οδούς Ιουστινιανού και Μενελάου, στις οποίες
έμεναν αρκετές μαθήτριες/ές της Βαλαγιάννη.
Εικόνα 7. Η
συνεχόμενη πράσινη γραμμή περικλείει τον χώρο μέσα στον οποίο ευρίσκονται οι
κατοικίες των μαθητριών και των μαθητών ή οι χώροι εργασίας των κηδεμόνων τους.
Σώζονται
δύο Μαθητολόγια των Εκπαιδευτηρίων Βαλαγιάννη: Το πρώτο Μαθητολόγιο είναι ένα
ειδικό Κατάστιχο διαστάσεων 30Χ40cm, στου οποίου την ετικέτα σημειώνεται με
μελάνι: «Α’ Βαλαγιάννη 1929/1930 Έως 1932/33 * Μαθητολόγιον του Δημοτικού
Σχολείου». Το δεύτερο Μαθητολόγιο είναι ένα κοινό Κατάστιχο διαστάσεων 30Χ40cm
με σκληρά εξώφυλλα [πανόδετο], στο επάνω καπάκι του οποίου είναι γραμμένα με
μελάνι και με κεφαλαία γράμματα τα στοιχεία: «Β’ Μαθητολόγιο Ιδ. Σχολής
Βαλαγιάννη- Πατρικίου σχ. ετών 1933/34 – 1943/44». Σώζονται δηλαδή τα δύο
Μαθητολόγια [Α’ και Β’], τα οποία καλύπτουν συνολικά τα 14 πρώτα έτη
λειτουργίας των Εκπαιδευτηρίων Βαλαγιάννη. Επίσης σώζονται οι Γενικοί Έλεγχοι
με τη βαθμολογία των μαθητών, χωριστά των τεσσάρων πρώτων τάξεων Α - Δ
και χωριστά των δύο τελευταίων Ε’ – ΣΤ’. Οι Γενικοί Έλεγχοι καλύπτουν το
χρονικό διάστημα από το σχολικό έτος 1929 - 30 μέχρι και το σχολικό έτος 1947 -
’48.
Από
τα δύο Μαθητολόγια αντέγραψα τις Καταστάσεις με τις εβραίες μαθήτριες και τους
εβραίους μαθητές, οι οποίοι εφοίτησαν στο μικτό Δημοτικό Σχολείο της Βαλαγιάννη
από το σχολικό έτος 1929 -1930 έως το σχολικό έτος 1942 -1943 και συγκεκριμένα
μέχρι την 9η Μαρτίου 1943. Στη στήλη των Παρατηρήσεων του
Μαθητολογίου του τελευταίου σχολικού έτους 1942 - ’43 και για τους συνολικά 24
εβραίους μαθητές των τεσσάρων τάξεων του Δημοτικού σημειώνεται, για τον καθένα,
η ίδια φράση: «Διέκοψε από 9-3-43». Από εκείνη την ημέρα του 1943 καθώς και
κατά το επόμενο σχολικό έτος 1943-1944, δεν θα υπάρξει εβραία/ος μαθήτρια/τής
σε καμία τάξη των Εκπαιδευτηρίων Βαλαγιάνη. Θα παρουσιαστεί πάλι εβραίος
μαθητής, ο Ισαάκ Λεών, τον Απρίλιο του 1945.
Α1
|
Α2
|
Β
|
Γ
|
Δ
|
Ε
|
ΣΤ
|
|
1929-1930
|
33
|
26
|
44
|
46
|
48
|
34
|
16
|
1930-1931
|
33
|
38
|
60
|
50
|
58
|
61
|
33
|
1931-1932
|
29
|
25
|
55
|
Γ1 25
|
45
|
Ε1 25
|
46
|
Γ2 28
|
Ε2 28
|
||||||
1932-1933
|
21
|
25
|
56
|
50
|
59
|
43
|
45
|
1933-1934
|
27
|
22
|
50
|
54
|
47
|
54
|
44
|
1934-1935
|
20
|
16
|
46
|
44
|
56
|
44
|
44
|
1935-1936
|
25
|
27
|
38
|
54
|
55
|
52
|
47
|
1936-1937
|
22
|
22
|
49
|
43
|
51
|
47
|
47
|
1937-1938
|
21
|
25
|
48
|
49
|
Δ1
25
|
53
|
|
Δ2
28
|
|||||||
1938-1939
|
22
|
27
|
45
|
52
|
Δ1
25
|
||
Δ2
23
|
|||||||
1939-1940
|
Α33
|
52
|
47
|
Δ1
25
|
|||
Δ2
25
|
|||||||
1940-1941
|
Α50
|
34
|
50
|
49
|
|||
1941-1942
|
Α57
|
60
|
45
|
66
|
|||
1942-1943
|
35
|
36
|
54
|
59
|
48
|
Πίνακας Ι
Στον Πίνακα Ι
φαίνονται οι μαθητές της κάθε τάξεως του μικτού Δημοτικού των Εκπαιδευτηρίων
Βαλαγιάννη, από το πρώτο σχολικό έτος της λειτουργίας τους μέχρι το σχολικό
έτος 1942 - 43.
Η πρώτη τάξη μοιράζεται σχεδόν κάθε έτος σε
δύο τμήματα, τα Α1 και Α2, και οι μαθητές κάθε τμήματος είναι, συνήθως,
λιγότεροι από 30. Μόνο κατά τα δύο πρώτα σχολικά έτη 1940 - ’41 και 1941 - ‘42
της Κατοχής οι μαθητές της πρώτης αποτελούν ένα τμήμα και ο αριθμός τους είναι
50 και 57 αντιστοίχως. Το επόμενο σχολικό έτος, το τελευταίο για τις εβραίες
μαθήτριες και τους εβραίους μαθητές, δημιουργούνται ξανά δύο τμήματα με 35 και
36 μαθητές αντίστοιχα. Για τις άλλες τάξεις ο αριθμός των μαθητών φαίνεται
μεγάλος για τα σημερινά δεδομένα: στην Β’ τάξη δύο φορές φτάνει τους 60
μαθητές, στην Γ’ επίσης δύο φορές τους 54 [και στην Κατοχή μία φορά τους 59],
στην Ε’ μία φορά οι μαθητές είναι 61 και δύο φορές υπερβαίνουν τους 50 [54 και
52]. Στην ΣΤ’ μόνο το τελευταίο έτος λειτουργίας της οι μαθητές φτάνουν τους 53
ενώ τα προηγούμενα έξι χρόνια ο αριθμός τους κυμαίνεται μεταξύ 44 και 47
και τα δύο πρώτα έτη είναι 16 και 33 αντίστοιχα. Τέλος μία φορά στις Γ’ και Ε’
τάξεις και 3 φορές στην Δ’, επειδή ο αριθμός των εγγεγραμμένων μαθητών είναι
μεγάλος, οι μαθητές χωρίζονται και σχηματίζουν δύο τμήματα σε κάθε τάξη.
Τα Εκπαιδευτήρια έπρεπε να ισορροπήσουν
ανάμεσα στη θεμιτή επιδίωξη της προσελκύσεως νεανίδων και της αυξήσεως
του αριθμού των μαθητριών τους και στην ανάγκη να αποκτήσουν καλή φήμη στην
πόλη και στον κόσμο των γονέων, να αποκτήσουν, δηλαδή, το όνομα ενός καλού και
σοβαρού ιδιωτικού σχολείου.
Τα διδασκόμενα στο δημοτικό μαθήματα, όπως
φαίνεται από το Γενικό Έλεγχο, είναι τα εξής: Θρησκευτικά [δεν τα παρακολουθούν
και δεν βαθμολογούνται οι εβραίοι μαθητές], Ιστορία, Πατριδογνωσία και
Γεωγραφία, Φυσ. Ιστορία, Αριθμητική, Ιχνογραφία, Καλλιγραφία, Χειροτεχνία,
Ωδική και Γυμναστική. Στις δύο μεγαλύτερες τάξεις την Γ΄ και την Δ΄ του
σχολικού έτους 1939 - 1940 προστίθεται ακόμα ένα μάθημα, η «Εθνική αγωγή», αλλά
το επόμενο σχολικό έτος θα σταματήσει να διδάσκεται. Το σχολικό έτος 1940 – ’41
με τις πολλαπλές αναστατώσεις λόγω του πολέμου και της Κατοχής οι μαθητές
βαθμολογούνται μόνον σε δύο από τα παραπάνω μαθήματα, στην Ελληνική γλώσσα και
στην Αριθμητική, ενώ στη στήλη της Ιχνογραφίας σημειώνεται με κόκκινο μελάνι
«Άλλα μαθήματα» και υπάρχει ακόμα ένας, τρίτος, βαθμός. Το επόμενο έτος 1941 -
’42 τα διδασκόμενα μαθήματα και οι βαθμολογίες θα επανέλθουν στην κανονική τους
τάξη.
Οι βαθμοί των προαγομένων μαθητών καλύπτουν
όλες τις βαθμίδες, από το σχεδόν καλώς 5, έως το άριστα 10. Φυσικά υπάρχουν
μαθητές σε όλες τις τάξεις, οι οποίοι απορρίπτονται και αναγκάζονται να
επαναλάβουν την τάξη - άλλοτε μετεγγράφονται και αλλάζουν σχολείο – και,
μερικές φορές, διακόπτουν εντελώς το σχολείο. Οι περισσότεροι από τους
προαγομένους μαθητές παίρνουν λίαν καλώς 8, λίαν καλώς 9 και άριστα 10.
Ενδεικτικά σημειώνω για τους εβραίους μαθητές ότι το σχολικό έτος 1929 - ’30
από τους 4 μαθητές της Α2, οι δύο προάγονται με λίαν καλώς 9 και οι άλλοι δύο
με άριστα 10. Το έτος 1933 - ’34 από την Β΄ τάξη [7 μαθητές] οι δύο
απορρίπτονται και οι 5 προάγονται με Καλώς, από την Γ’ προάγονται δύο με Λίαν
Καλώς και δύο με Άριστα και από την ΣΤ’ απολύονται και οι 6 μαθητές με βαθμό
Λίαν Καλώς. Ακόμα στο σχολικό έτος 1936 - ’37 και στην ΣΤ’ τάξη, μία μαθήτρια
απολύεται με Καλώς, 3 μαθητές με Λίαν Καλώς και μία ακόμα μαθήτρια απολύεται με
Άριστα 10.
Δεν προτίθεμαι να καταγράψω τους βαθμούς
των εβραίων μαθητριών και μαθητών, καθώς κάτι τέτοιο δεν εντάσσεται στο θέμα
μου. Θα κάνω όμως μίαν εξαίρεση: Το 1936 τελειώνουν το Δημοτικό, μαζί με τον Μ.
Αναγνωστάκη, δύο εβραίες μαθήτριες και ένας εβραίος μαθητής: η Σέλη, η Λιλίκα
και ο Ελίκος. Ο Μ. Α. απολύεται με λίαν καλώς 9 και η Σέλη [=Ραχήλ] Ναάρ με
άριστα 10, ο Μανώλης [ακόμα με -ω] παίρνει βαθμό στην ελληνική γλώσσα 8 και η
Σέλλη, 10. Είμαι βέβαιος ότι θα ένοιωθε καλά και θα χαμογελούσε γι’ αυτό ο
ποιητής, αν του το θύμιζε κάποιος, πολύ αργότερα.
Σχολικόν
έτος
|
Σύνολο
μαθητών
|
Εβραίοι
μαθητές
|
Τάξεις
|
|
1929
- 1930
|
247
|
6%
|
14
|
Α'
- ΣΤ'
|
1930
- 1931
|
333
|
8%
|
26
|
Α'
- ΣΤ'
|
1931
- 1932
|
333
|
9%
|
30
|
Α'
- ΣΤ'
|
1932
- 1933
|
299
|
11%
|
33
|
Α'
- ΣΤ'
|
1933
- 1934
|
298
|
9%
|
27
|
Α'
- ΣΤ'
|
1934
- 1935
|
270
|
7%
|
19
|
Α'
- ΣΤ'
|
1935
- 1936
|
297
|
7%
|
23
|
Α'
- ΣΤ'
|
1936
- 1937
|
281
|
8%
|
23
|
Α'
- ΣΤ'
|
1937
- 1938
|
249
|
13%
|
33
|
Α'
- ΣΤ'
|
1938
- 1939
|
194
|
11%
|
22
|
Α'
- Δ'
|
1939
- 1940
|
181
|
17%
|
30
|
Α'
- Δ'
|
1940
- 1941
|
204
|
19%
|
38
|
Α'
- Δ'
|
1941
- 1942
|
228
|
11%
|
25
|
Α'
- Δ'
|
1942
- 1943
|
215
|
11%
|
24
|
Α'
- Δ'
|
Πίνακας ΙΙ
Στον πίνακα ΙΙ
φαίνεται ο αριθμός των εβραίων μαθητριών και μαθητών οι οποίοι εφοίτησαν
σε όλες τις τάξεις του Δημοτικού της Σχολής Βαλαγιάννη από το σχολικό έτος 1929
- '30 έως την 9η Μαρτίου 1943.
Στο πρώτο έτος λειτουργίας των
Εκπαιδευτηρίων εγγράφονται 14 και, πραγματικά, φοιτούν 10 εβραίοι μαθητές στο
Δημοτικό. Το δεύτερο σχολικό έτος αυξάνεται ο συνολικός αριθμός των εγγραφέντων
μαθητών κατά 35% [από 247 σε 333] και ο αριθμός των εβραίων μαθητών φτάνει τους
26. Από τους 26 μόνο δύο παύουν να φοιτούν από νωρίς, το Σεπτέμβριο και τον
Οκτώβριο του 1930.
Τα επόμενα σχολικά έτη ο
αριθμός των εβραίων μαθητών, σε ποσοστό, θα είναι λίγο πάνω ή λίγο κάτω από το
10% του συνόλου των μαθητών. Μόνο τα δύο συνεχόμενα σχολικά έτη 1939 -’40 και
1940 -’41 το ποσοστό θα είναι υψηλό και θα φτάσει περίπου το 17% και 19% και σε
απόλυτους αριθμούς τους 30 και 38 μαθητές αντίστοιχα για τα δύο έτη.
Από τους εβραίους μαθητές της
Βαλαγιάννη, με την εγγραφή τους, δηλώνονται ως Ισπανοί υπήκοοι οι
παρακάτω επτά: 1. Φρανσές Σαμ του Ιζάκ [1926, Α’]. 2. Σίδες Ιωσήφ του Ιακώβ
[1924, Δ’]. 3. Σίδες Αλβέρτος του Δανιήλ [1928, Γ’]. 4. Σίδες Ιωσήφ του Δανιήλ
[1931, Α’] 5. Φρανσές Ιωσήφ του Ιζάκ [1933, Α’]. 6. Ντεμάγιο Ιωάννα του Μαρσέλ
[1930, Α’] και 7. Νάαρ Ραϋμόνδος – Σολομών του Ζαχαρίου [1933, Α’]. Από τους 7
οι 4 ανά δύο είναι αδέλφια [ο Σαμ και ο Ιωσήφ Φρανσές – ο Αλβέρτος και ο Ιωσήφ
Σίδες]. Ιδιαίτερη περίπτωση αποτελεί η Αλέγρα Λεβή [στενή φίλη της Φρίντας
Κουνέ – οι οικογένειές τους κατοικούσαν στην ίδια οικοδομή], η οποία το σχολικό
έτος 1937 - ’38 εγγράφεται στην Α’ τάξη προσκομίζοντας πιστοποιητικό του Δήμου
Θεσσαλονίκης και το επόμενο σχολικό έτος προσκομίζει πιστοποιητικό της
Υπηρεσίας Αλλοδαπών και δηλώνεται ως «Γιουγκοσλαύος υπήκοος». Εκτός από
τους 8 παραπάνω, όλοι οι άλλοι μαθητές είναι Έλληνες υπήκοοι.
Το σχολικό έτος 1931 - ’32
προσκομίζει Ενδεικτικόν του Δημοτικού Ισραηλιτικού Σχολείου Ξάνθης και
εγγράφεται στην ΣΤ’ τάξη η εκ Ξάνθης Σιμχά Λιλή του Ραφαήλ. Το ίδιο έτος
εγγράφεται στην Α’ τάξη η Στρούμζα Ραχήλ του Δαβίδ από τη Βέροια και για την
εγγραφή της προσκομίζει βεβαίωση του Δήμου Βεροίας. Το 1940 - ’41 εγγράφεται
στην Α’ Δημοτικού ο Αμών Σάμη του Ιωσήφ από τις Σέρρες και για την εγγραφή του,
ίσως λόγω των γεγονότων του πολέμου, αρκεί η υπεύθυνη δήλωση του πατρός του.
Εκτός των 3 παραπάνω μαθητών, όλοι οι άλλοι γεννήθηκαν στη Θεσσαλονίκη.
Οι εγγραφές κάθε σχολικού έτους αρχίζουν
στις 15 Σεπτεμβρίου και οι περισσότεροι μαθητές εγγράφονται μέχρι το τέλος του
ιδίου μηνός. Στο τελευταίο προπολεμικό σχολικό έτος 1939 - ’40 οι εγγραφές άρχισαν
λίγο νωρίτερα και από τους 181 συνολικά εγγραφέντες μαθητές, οι 141 ενεγράφησαν
στο διάστημα μεταξύ 11 και 30 Σεπτεμβρίου. Οι επόμενοι, από τον α/α 142 μέχρι
τον 171 ενεγράφησαν μέσα στον Οκτώβριο και οι τελευταίοι από τον α/α 172 μέχρι
τον 181 κατά το διάστημα από τις 2 Νοεμβρίου 1939 μέχρι, τις 6 Μαΐου 1940.
Σημειώνεται ότι οι 7 από τους 13 τελευταίους, μετεγγράφονται στη Βαλαγιάννη από
άλλα σχολεία.
Το επόμενο σχολικό έτος 1940 – 41, οι
εγγραφές άρχισαν κανονικά στις 11 Σεπτεμβρίου και μέχρι στις 10 Οκτωβρίου
εγγράφονται 161 μαθητές.5
Οι επόμενες έξι εγγραφές σημειώνονται στις 18 Ιουνίου 1941, από τον α/α 162
μέχρι τον α/α 167 [Μπενοζίλιο Σιμώνη του Μπενζαμέν]. Ο πόλεμος, οι βομβαρδισμοί
της πόλεως, η επιστράτευση των δασκάλων – όλα όσα ακολούθησαν μετά την 28η
Οκτωβρίου, επέδρασαν καταλυτικά στη λειτουργία των σχολείων κάθε τύπου και
βαθμού. Από τις 9 Απριλίου 1941 προστέθηκε και η καθοριστική παρουσία του
κατακτητή με όλες τις επιπτώσεις της στη λειτουργία των διαφόρων ιδρυμάτων
και υπηρεσιών καθώς και στη συνολική καθημερινή ζωή των
πολιτών.
Στο πάνω αριστερό μέρος του περιθωρίου της
πρώτης σελίδας των εγγραφών του σχολικού έτους 1940-41, σημειώνεται με μελάνι:
«Διάρκεια σχολ. έτους 1940 – 41: Οκτώβριος 1940 και 1 Ιουν. 1941 – 15 Ιουλίου 1941
2) Σεπτέμβριος – Δεκέμβριος 1941». Όπως φαίνεται και από το Γενικό Έλεγχο με
τις βαθμολογίες των μαθητών, το Σχολείο κατά το σχολικό έτος 1940 -’41,
λειτούργησε κατά τη Θερινή Περίοδο [Ιούνιος και Ιούλιος 1941] και τους 4
τελευταίους μήνες του 1941 [Σεπτέμβριος – Δεκέμβριος]. Από τους εβραίους
μαθητές εγγράφονται στο Δημοτικό, μετά την 1η
Σεπτεμβρίου 1941, 8 και από αυτούς οι 6 στην Α’ τάξη, ένας στην Β΄ και ένας
στην τελευταία τάξη, την Δ’. Από τις εγγραφές του επομένου σχολ. έτους 1941 -
’42 προκύπτει ότι οι 4 από τους 6 προηγουμένους εβραίους μαθητές της Α’ τάξεως
επανεγγράφονται στην Α’ και οι 2 εξετάζονται (;) και εγγράφονται στην Β’.
Προάγεται και ο Σιαλώμ Σολομών από την Β’ στην Γ’ ενώ ο Σαμπετάι Ζωζέφ
ετελείωσε την Δ΄ τάξη και το Δημοτικό. Συνολικά 8 εβραίοι και 35 χριστιανοί
μαθητές φαίνεται ότι σταμάτησαν, προσωρινά ή μόνιμα, το Δημοτικό της Βαλαγιάννη
στις 30 Οκτωβρίου 1940.
Στο περιθώριο της πρώτης σελίδας εγγραφών
για το σχολικό έτος 1941 - ’42 σημειώνεται: «Διάρκεια σχολ. έτους 1941- 42:
Φεβρουάριος 1942 – Δεκέμβριος 1942 με διακοπήν από 13 Ιουνίου μέχρι 10
Σεπτεμβρίου 1942.». 6
Για τις εβραίες μαθήτριες και τους εβραίους
μαθητές το επόμενο σχολικό έτος 1942 - ’43, θα είναι το κρίσιμο έτος της ζωής
τους - της δικής τους και των οικογενειών τους. Όπως σημειώνεται η «Διάρκεια
του σχολικού έτους 1942 – 43 [είναι από τις]: 10 Ιανουαρίου μέχρι 10 Ιουλίου
1943». Οι εγγραφές αρχίζουν στις 11 Ιανουαρίου 1943 και οι πρώτοι εβραίοι
μαθητές, οι οποίοι εγγράφονται, την πρώτη μέρα των εγγραφών, είναι ο Ναχμάν
Ισαάκ στην Α’ τάξη, τα αδέλφια Μεβοράχ - η Μυριάμ [στην Γ’] και ο Ζοζέφ [στην
Α’] – και ο Άντζελ Σαμπετάϊ στην Α’. Συνολικά μέχρι στις 29
Ιανουαρίου εγγράφονται 207 μαθητές στο Δημοτικό και μέχρι τέλους Φεβρουαρίου οι
μαθητές ανέρχονται σε 229. Μένουν τρεις τελευταίοι, οι δύο εγγράφονται στις 3
Μαρτίου και ο τρίτος έρχεται εκ μετεγγραφής στις 4 Μαΐου 1943. Από τους 232
μαθητές των τεσσάρων τάξεων του Δημοτικού, οι 24 είναι εβραίες μαθήτριες και
εβραίοι μαθητές. Αυτοί, και οι 24, δεν θα συνεχίσουν μέχρι το τέλος του
σχολικού έτους μαζί με τους χριστιανούς συμμαθητές τους. Σύμφωνα με τη σταθερά
επαναλαμβανόμενη φράση στο Μαθητολόγιο - για την καθεμία και τον καθένα από
τους 24 σημειώνεται, ότι «διέκοψε από 9-3-43». Η λέξη «διέκοψε» σημαίνει
ότι οι εβραίοι μαθητές [οι κηδεμόνες τους εν προκειμένω] με δική τους
πρωτοβουλία, αποφασίζουν να διακόψουν το σχολείο στις 9 Μαρτίου. Βέβαια, όπως
γνωρίζετε, έξι ημέρες αργότερα αναχώρησαν τα πρώτα τραίνα. Οι 24 μαθητές από
τους 232 υποχρεώθηκαν να αφήσουν το σχολείο τους και, σχεδόν όλοι,
εξαναγκάστηκαν με τις οικογένειές τους να επιβιβαστούν στα τραίνα
για το τρομακτικό ταξίδι του ’43. Οι άλλοι μαθητές, περισσότερα από 200 παιδιά
– χριστιανοί μαθητές του Δημοτικού – έμειναν και συνέχισαν «κανονικά» τα μαθήματά
τους, μέχρι το τέλος του σχολικού έτους. Οι οικογένειες των χριστιανών μαθητών,
συνήθως εύπορες οικογένειες του κέντρου της πόλεως, πληροφορήθηκαν αμέσως το
γεγονός, ότι οι εβραίοι συμμαθητές των παιδιών τους – και ίσως οι πολύ στενοί
φίλοι τους – δια μιας σταμάτησαν να πηγαίνουν στην τάξη τους, στο σχολείο. Και
αυτό το γνώρισαν από τα δικά τους παιδιά, τα οποία έμειναν και συνέχισαν.
Οι παραπάνω αριθμοί μαθητών αφορούν μόνον το Δημοτικό, ενός μόνον ιδιωτικού
σχολείου της Θεσσαλονίκης. Συνολικά, αυτό το σχολικό έτος στα σχολεία της
Θεσσαλονίκης φοιτούν περίπου 7500 εβραίοι μαθητές, από τους οποίους περίπου
2500 φοιτούν στα Δημόσια Σχολεία μαζί με τους χριστιανούς συνομηλίκους τους.7,8
Όλα όμως, και τα 7500 παιδιά, έχουν
σχέσεις και εκτός σχολείου – συναντιούνται με τους φίλους τους να παίξουν
ή να μιλήσουν, για όσα τους απασχολούν ή τους ενδιαφέρουν. Επομένως, ένα πολύ
σημαντικό δίχτυ 7500 ζωηρών παιδιών της πόλεως «εξαφανίζεται», στην αρχή από
τους κοινούς χώρους - εδώ από τα σχολεία, τους δρόμους και τις πλατείες του
παιγνιδιού και των συναντήσεων - και, λίγο μετά, όταν με τη βία τους οδηγούν
μακριά από τα σπίτια τους, αυτό το δίχτυ ζωής χάνεται δια παντός από την πόλη
τους. Περίπου 7500 παιδιά: μόνον αυτά αποτελούν μία μεσαίου μεγέθους πόλη, μία
πόλη νηπίων, παιδιών και πολύ νέων ατόμων, μέσα στη μεγαλύτερη, την
Θεσσαλονίκη. Επομένως σε αυτή την περίπτωση οι χριστιανικές οικογένειες
είχαν τους καλύτερους μάρτυρες - τα ίδια τα παιδιά τους - για να
πληροφορηθούν τι ακριβώς συνέβη στον περισσότερο ευαίσθητο πληθυσμό των
συμπολιτών τους: στα νήπια, στα μικρά παιδιά και στους πολύ νέους εβραίους,
μαθητές των σχολείων και συμμαθητές [και φίλους] των δικών τους, χριστιανών
παιδιών.
Από τις εβραίες μαθήτριες των
Εκπαιδευτηρίων είχα την τύχη [και την τιμή] να γνωρίσω, πρώτα, την Κουνέ
Φρίντα του Ηλία, η οποία γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη το 1931 και ζει σήμερα στην
ίδια πόλη. Ο πατέρας της, Ηλίας Κουνέ, ήταν έμπορος και η οικογένεια κατοικούσε
στην οδό Αριστοτέλους, στον αριθμό 16. Μεγαλύτερη αδελφή της Φρίντας ήταν η
Μέντη Κουνέ, μητέρα του Γιάννη Μέγα και γιαγιά της εξαιρετικής σήμερα νέας
κυρίας, Μέντης Μέγα. Η Φρίντα, τότε, εφοίτησε ένα χρόνο στο νηπιαγωγείο και τα
τρία πρώτα σχολικά έτη στο δημοτικό του Ιωακειμείου Λυκείου Θεσσαλονίκης και
μετεγγράφη στην Δ’ τάξη [τελευταία του δημοτικού] στη Βαλαγιάννη, το σχολικό
έτος 1940 - ’41. Το επόμενο σχολικό έτος ενεγράφη στην Α’ τάξη τoυ Γυμνασίου
Θηλέων και εν συνεχεία το 1942 - ’43 παρακολούθησε την Β’ τάξη. Μετά την
επιστροφή της από την Αλβανία στο τέλος του 1944 η Φρίντα επανήλθε στο Γυμνάσιο
των Εκπαιδευτηρίων και πήρε απολυτήριο το έτος 1949. Σήμερα η κ. Φρίντα Κουνέ –
Ματαλόν, μητέρα, γιαγιά και προγιαγιά, με εξαιρετική μνήμη, θυμάται και
ξαναζεί, όσα έπαθε τότε αυτή, η οικογένειά της και οι ομόθρησκοί της. Θυμάται
ότι μετά τον εγκλεισμό της οικογενείας της και της ιδίας στο γκέτο, συνέχιζε να
πηγαίνει στο Γυμνάσιο στη Βαλαγιάννη, μαζί και με τις άλλες εβραίες
μαθήτριες του Γυμνασίου, όλο το διάστημα που οι αρχές επέτρεπαν τη μετακίνηση:
γκέτο – σχολείο, σχολείο – γκέτο. Οι παρακάτω γραμμές είναι όσα αφηγήθηκε η κ.
Φρίντα Κουνέ για τις ημέρες που έμενε στο γκέτο και από εκεί πήγαινε στη
Βαλαγιάννη και το πρώτο Επίμετρο, στη συνέχεια, είναι, συνοπτικά, ο λόγος
της για τα γεγονότα, όσα συνέβησαν μετά το Μάρτιο του 1943, όταν η οικογένεια
της και η Φρίντα κρύβονταν, μέχρι να διαφύγουν στην Αλβανία για να κρυφτούν
οριστικά εκεί και, τελικώς, να σωθούν.
«Οι Γερμανοί είχαν επιτάξει το κτίριο και
άφησαν έναν όροφο για το σχολείο, έτσι, το πρωΐ στη Βαλαγιάννη λειτουργούσε το
Δημοτικό και το απόγευμα το Γυμνάσιο. Όταν πήγαμε, οι γονείς μου και εγώ,
στο γκέτο, στη Συγγρού, μέναμε σε ένα δωμάτιο πίσω, στο σπίτι που ήταν
δίπλα ακριβώς στο Ξενοδοχείο Νέα Μητρόπολις, το Ξενοδοχείο υπάρχει ακόμα.
Εγώ συνέχισα να πηγαίνω στο Γυμνάσιο, στη Βαλαγιάννη. Κατέβαινα από τη
Συγγρού, γωνία με την Εγνατία στεκόντανε ο φρουρός χωροφύλακας, και από την
Εγνατία προχωρούσα στην Αριστοτέλους, από εκεί έφτανα στη Μητροπόλεως για την
Βαλαγιάννη. Φορούσα το άστρο και κρατούσα την τσάντα κάτω από τη μασχάλη
μου, αλλά όμως ένοιωθα πως με το άστρο είμαι σημαδεμένη και στο δρόμο το
έκρυβα με την τσάντα μου. Στο σχολείο εμείς σχολούσαμε νωρίτερα, γιατί έπρεπε
να γυρίσουμε στο γκέτο πριν από μία συγκεκριμένη ώρα. Όπως κάναμε μάθημα ο καθηγητής
ή η καθηγήτρια, σταματούσε και έλεγε: «Άντε κορίτσια, ώρα να φύγετε». Το
έλεγε σε μας, τις εβραιοπούλες - αφήναμε στη μέση το μάθημα και επιστρέφαμε στο
γκέτο, στη Συγγρού. Οι χριστιανές συνέχιζαν και τελείωναν αργότερα.»
Η Ροζίνα Πάρδο, κόρη του Χαΐμ και της
Ευγενίας, γεννήθηκε το 1933 και εγγράφεται στη Βαλαγιάννη, στην Α’ τάξη, το
σχολικό έτος 1939 - 1940. Επομένως το έτος 1942 - '43 είναι στην Δ’ τάξη και θα
είναι μία από τις 24 μαθήτριες και μαθητές, η οποία θα «διακόψει» το σχολείο
στις 9-3-1943. Η οικογένεια Πάρδο, το ζεύγος και οι τρεις κόρες του, έμεναν
στον αριθμό 35 της οδού Τσιμισκή, κοντά στο λιμάνι. Το Φεβρουάριο του
1943 η οικογένεια υποχρεώνεται να περιοριστεί μαζί με άλλους ομοθρήσκους της
στο γκέτο των Εξοχών και μετακομίζει στο σπίτι της Σαρίνας Σαλτιέλ, στην
οδό Ευζώνων. Η κ. Ροζίνα Πάρδο στο βιβλίο της: "548 ημέρες με άλλο όνομα,
Θεσσαλονίκη 1943. Μνήμες πολέμου, Αθήνα εκδόσεις Γαβριηλίδης, 1999,
σ.108", γράφει για τις ημέρες του γκέτο και το σχολείο της.
«Τη ζωή στο γκέτο, όσο μπορούσαμε
να πηγαίνουμε σχολείο και οι άντρες στις δουλειές τους, αρχίζαμε να τη
συνηθίζουμε. Όταν όμως μας απαγόρεψαν να μπαίνουμε στα τραμ κι αναγκαζόμασταν
να κάνουμε μεγάλες διαδρομές με τα πόδια, φούντωσε η θλίψη στις παιδικές μας
ψυχές. Σκεφτόμουν και αναζητούσα σε τι διέφερα εγώ από τ’ άλλα παιδιά και δεν
το έβρισκα και αγανακτούσα.
Το πρώτο πρωί έφτασα κλαμμένη στο σχολείο
της κυρίας Βαλαγιάννη. Είχα κουραστεί περπατώντας με τη μεγαλύτερη αδερφή μου
τη Λιλή. Ήμασταν καθυστερημένες κι έκλαιγα γοερά στη μέση του μεγάλου χωλ. Ο
κύριος και η κυρία Βαλαγιάννη με πήραν στο γραφείο τους να με καθησυχάσουν.
Τους θυμάμαι ως οπτασίες αγγέλων να ξεπροβάλουν από την καταχνιά της αδικίας.
Στις οπτασίες των αγγέλων κι ο Αμβρόσιος Νεγρεπόντης που έφερνε τη μικρή Μαρία
τ’ απογεύματα στο γκέτο.»
Αυτές οι δύο
γραμμές του κειμένου είναι το καλύτερο μνημόσυνο για το ζεύγος Βαλαγιάννη από
ένα πνευματικό τους παιδί, μία μαθήτρια από το ανατολικό γκέτο της πόλεως. Η
Ροζίνα, είναι σήμερα η κυρία Ασσέρ-Πάρδο, είναι η δεύτερη Κυρία με την οποία
είχα την τύχη [και την τιμή επαναλαμβάνω] να μιλήσω για το σχολείο. Στο σπίτι
των Πάρδο οι γονείς μεταξύ τους, και με τις γιαγιάδες, μιλούν λαντίνο, αλλά με
τις κόρες τους μιλούν ελληνικά. Επειδή την ενημέρωσα ότι, όπως φαίνεται από το
Γενικό Έλεγχο, υπήρξε και στις τρεις τάξεις άριστη μαθήτρια μου απάντησε πως,
εντούτοις, στο τετράδιο που έγραψε τότε και δημοσίευσε στο βιβλίο της, έκανε
ορθογραφικά λάθη. Θυμάται, και το αναφέρει όταν χρειάζεται, ακόμα και
σήμερα πως στη Βαλαγιάννη την μάλλωσε κάποια φορά στην Α’ τάξη η δασκάλα
της, η κυρία Όλγα, για το γραφικό της χαρακτήρα. Η Ροζίνα, είναι η
μεσαία από τις τρεις Πάρδο και πηγαίνει από το γκέτο στο σχολείο μαζί με τη
μεγαλύτερη, τη Λιλίκα, η οποία το 1943 είναι μαθήτρια στο Γυμνάσιο –
μαθήτρια μάλλον της Ε’ τάξεως. Φέρουν υποχρεωτικά και οι δύο το κίτρινο αστέρι.
Σύντομα όμως η άριστη μαθήτρια υποχρεώνεται να σταματήσει το σχολείο της και να
κρύβεται με την πενταμελή οικογένειά της σε ένα δωμάτιο σπιτιού στο κέντρο της
πόλεως. Περισσότερο από όλα της λείπουν το σχολείο και το παιγνίδι. Τότε είναι
που ο πατέρας της, ο Χαΐμ Πάρδο, της έδωσε ένα τετράδιο και της είπε «κάτσε
και γράψε» και η Ροζίνα το έκαμε: έτσι σώθηκε και δημοσιεύτηκε αυτό
το σπαρακτικό ολιγοσέλιδο κείμενο - το τετράδιο της Ροζίνας Πάρδο. Η
οικογένεια της κ. Πάρδο μετά τον πόλεμο θα αναγκαστεί να μετακομίσει στην
Αθήνα, επειδή το κλίμα εκεί θα είναι καλύτερο για την υγεία της Λιλίκας,
την οποία έβλαψε σοβαρά ο εγκλεισμός της για τόσο μεγάλο διάστημα σε ένα
δωμάτιο. Εκεί η Ροζίνα θα δώσει κατατακτήριες εξετάσεις, ως κατ’ οίκον
διδαχθείσα, και θα γραφεί στην ΣΤ’ τάξη – την τελευταία του δημοτικού. Μένει
όμως ακόμα η Ντενίζ, η οποία θα προλάβει να εγγραφεί στην Α’ τάξη στη
Βαλαγιάννη το έτος 1945. Εγγράφεται με διπλό το μικρό της όνομα: Ντενίζ – Νίτσα
και αυτή τη φορά το δεύτερο όνομα είναι το χριστιανικό όνομα με το οποίο
κρυβόντανε επί ενάμισυ χρόνο. Στον Γενικό Έλεγχο συμπληρώνεται η βαθμολογία της
των δύο πρώτων διμηνιών και, μετά, σημειώνεται ότι «διέκοψε από 20/6/45» καθώς
η οικογένεια υποχρεώνεται να αφήσει την πόλη της και να μετακομίσει στην Αθήνα.
Συνεχίζεται >>
Συνεχίζεται >>
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου